Στα σενάρια αντιμετώπισης της δημοσιονομικής κρίσης εντάσσει η κυβέρνηση και τη δυνατότητα εκποίησης δημόσιας περιουσίας και, για να χρυσώσει το χάπι, θα συνδέσει τη συγκεκριμένη διαδικασία με τη θέσπιση ειδικής γραμματείας για την προστασία της (!) Για να είναι όμως αποτελεσματική μια τέτοια υπηρεσία, πρέπει να αποδεχτεί εξ αρχής ένα πράγμα: Την ισχύ του μαχητού έτσι κι αλλιώς τεκμηρίου κυριότητας του Δημοσίου ως τίτλου ιδιοκτησίας.
Αυτή την περίοδο βρίσκεται σε εξέλιξη το νέο πρόγραμμα κτηματογράφησης που περιλαμβάνει 107 δήμους και κοινότητες σε όλη τη χώρα και πιο συγκεκριμένα τις πρωτεύουσες όλων των νομών και τους ΟΤΑ των νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης, δηλαδή περιοχές όπου οι καταπατητές προσπαθούν με κάθε τρόπο να ιδιοποιηθούν δημόσια περιουσία. Εκτιμάται ότι σ’ αυτές τις περιοχές υπάρχουν περί τα 100.000 καταπατημένα κτήματα συνολικής έκτασης 3.500.000 στρεμμάτων. Η Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου και γενικά όλες οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών δεν δείχνουν ανάλογο ενδιαφέρον να εμπλακούν στη διαδικασία κτηματογράφησης. Από την άλλη πλευρά, το ΥΠΕΚΑ και η «Κτηματολόγιο Α.Ε.» δεν είναι διατεθειμένοι να εμπλέξουν τις Δασικές Υπηρεσίες, αφού ήδη εκτελούν το έργο της οριοθέτησης των δασών και κατάρτισης των δασικών χαρτών, παρακάμπτοντάς τις.
Η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη στις περιπτώσεις προσφυγών στα δικαστήρια. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της Σκύρου, για την oποία διεξάγεται αυτές τις ημέρες από την Εισαγγελία Εφετών σχετική προκαταρκτική εξέταση: Με τις αρ. 123/94 και 124/94 αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χαλκίδας, η Ι. Μ. Μεγίστης Λαύρας αναγνωρίστηκε δικαιούχος αποζημίωσης για την απαλλοτρίωση από το πολεμικό Ναυτικό 1.935 στρεμμάτων στη Σκύρο, εκτάσεων που, σύμφωνα με το αρ. ΕΠ1/16-2-1994 έγγραφο του Δασαρχείου Αλιβερίου, είναι δασικού χαρακτήρα και ως τέτοιες ανήκουν στο Δημόσιο και αυτό τις διαχειρίζεται.
Στο σκεπτικό και των δύο παραπάνω αποφάσεων όχι μόνο δεν υπάρχει καμιά αναφορά στο έγγραφο του καθ’ ύλην αρμοδίου Δασαρχείου, αλλά και είναι χαρακτηριστική η αναφορά στην ανύπαρκτη από πλευράς του Δημοσίου υπεράσπιση της περιουσίας του: «Στην προκειμένη υπόθεση το Ελληνικό Δημόσιο με δήλωσή του που καταχωρίσθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα δίκη πρακτικά, δήλωσε ότι δεν διεκδικεί δικαιώματα επί της απαλλοτριωθείσας εκτάσεως, αλλά επιφυλάσσεται παντός δικαιώματος επ’ αυτής» και πιο κάτω: «Μάλιστα, πέραν του ότι η επιφύλαξη που διατηρήθηκε είναι εντελώς αόριστη, δεν ενισχύεται με κανένα άλλο έγγραφο στοιχείο των Υπηρεσιών του Δημοσίου, από το οποίο να πιθανολογούνται και μάλιστα σφόδρα, τα τυχόν στο μέλλον, άλλωστε σύμφωνα με τη δήλωση, δικαιώματά του στην απαλλοτριωθείσα έκταση».
Κατόπιν αυτών κλήθηκε το Πολεμικό Ναυτικό, δηλαδή το ελληνικό Δημόσιο, να καταβάλει στην Ι. Μ. Μεγίστης Λαύρας το εξωπραγματικό ποσό των 7,5 δισ. δραχμών για να επανακτήσει αυτά που του ανήκαν. Το χειρότερο όμως όλων είναι ότι οι αποφάσεις αυτές αποτέλεσαν το εφαλτήριο για την αναγνώριση κυριότητας σε όλο το νότιο τμήμα της Σκύρου, δηλαδή σε 38.000 στρέμματα, η αξία των οποίων, όπως αναφέρει στην αγωγή της η Ι.Μ. Μεγίστης Λαύρας, υπολογίζεται στα 38 δισ. δραχμές. Και βέβαια όλα τα παραπάνω καλύφθηκαν εκ των υστέρων και νομοθετικά με την προσθήκη, την ύστατη στιγμή, σχετικής τροπολογίας στον Ν. 3208/03 «περί δασών» του ΠΑΣΟΚ.
Είναι απορίας άξιο γιατί τα απαράγραπτα δικαιώματα του ελληνικού Δημοσίου επί των εθνικών γαιών, όπως είναι τα δασικού χαρακτήρα εδάφη, όχι μόνο δεν υποστηρίζονται έναντι των βυζαντινών χρυσόβουλων, των τουρκικών χοτζετίων και των βαυαρικών παραχωρητηρίων, αλλά και αγνοούνται εντελώς, όπως συνέβη στη συγκεκριμένη περίπτωση. Την ίδια επίσης απορία δημιουργεί η μη συμμετοχή στη σχετική διαδικασία του Δήμου Σκυρέων, όταν το νεοσύστατο ελληνικό κράτος, από το 1845 και μετά, με πλήθος υπουργικών αποφάσεων που αναφέρονται στη δημοσιοποιηθείσα έκθεση για το «συντελεσθέν έργο της Κοινότητος Σκύρου 1034-1940» από τον τότε πρόεδρο της κοινότητας και μετέπειτα υπουργό και αντιπρόεδρο της Βουλής, Μιχάλη Στεφανίδη, έχει αναγνωρίσει όλα τα δάση της Σκύρου ως δημοτικά.
Εκείνο, δυστυχώς, που επιβεβαιώνεται για μια ακόμη φορά μ’ αυτές τις διαδικασίες είναι ότι η δημόσια γη βρίσκεται στο έλεος των καταπατητών και τα εγκλήματα που γίνονται σε βάρος της είναι διαρκή και χωρίς τιμωρία. Είναι καιρός λοιπόν να επανεξεταστεί η κατάσταση διαχείρισης της δημόσιας περιουσίας, με σκοπό την ουσιαστική προστασία της και όχι την εκποίηση, πριν οι άρπαγες την καταβροχθίσουν στο σύνολό της.
*Μέλος ΠΓ ΣΥΝ, πρώην βουλευτής Εύβοιας.
Κυριακή 18 Απριλίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου