Οι τρόποι αντιμετώπισης των κρίσεων και των υφεσιακών καταστάσεων όπως έχει δείξει η εμπειρία των τελευταίων δεκαετιών αποτελούν το εφαλτήριο των κρίσεων που θα ακολουθήσουν.
Οι σπόροι της επόμενης μεγάλης κρίσης έχουν ήδη ριχτεί με την υιοθέτηση της ποσοτικής νομισματικής χαλάρωσης από την πλευρά των ΗΠΑ, της Βρετανίας κυρίως, αλλά και από την πλευρά της ευρωζώνης.
Οι κεντρικές τράπεζες αυτών των κρατών υιοθέτησαν την πρακτική της κεντρικής τράπεζας της Ιαπωνίας και από την αρχή της άνοιξης του 2009 δημοσιοποίησαν προγράμματα αγοράς ομολόγων, πράγμα που στην ουσία σημαίνει κοπή νέου χρήματος.
Στις 5 Μαρτίου 2007 η Τράπεζα της Αγγλίας ανακοίνωσε την αγορά ομολόγων 75 δισ. στερλινών, τυπώνοντας στην ουσία ισόποσο μέγεθος στερλινών.
Μπροστά στην αγωνία κάλυψης των ελλειμμάτων η Βρετανοί δεν δίστασαν να πληθωρίσουν το νόμισμά τους.
Μέσα σε λίγες ημέρες η απόδοση του 10ετούς βρετανικού ομολόγου -που υποδηλώνει το κόστος δανεισμού του βρετανικού δημοσίου - περιορίσθηκε από το 3,64% στο 2,94%.
Στις 18 Μαρτίου η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ ανακοίνωσε την αγορά κρατικών ομολόγων ύψους 300 δισ. στερλινών και την αγορά τιτλοποιημένων ενυπόθηκων δανείων ύψους 750 δισ. δολ.
Στην ουσία η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ κόβει χρήμα 1 τρισ. δολ. για να αντιμετωπίσει το πάγωμα των αγορών.
Η υπερπροσφορά δολαρίων είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της απόδοσης του 30ετούς ομολόγου από το 3,75% στο 3,4% , του 10ετούς στο 2%, επίπεδο εντυπωσιακό εάν το συγκρίνουμε με το 5,3% που καταγράφονταν στα μέσα του 2007, την άνοδο του ευρώ κατά 4,82%, του γιεν κατά 2,8% και του χρυσού στα 944,2 δολάρια.
Στις 7 Μαΐου 2009 η κεντρική τράπεζα της Αγγλίας ανακοίνωσε ότι επεκτείνει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων κατά 50 δισ. στερλίνες, ανεβάζοντας το συνολικό πρόγραμμα στα επίπεδα των 125 δισ. στερλινών.
Την ίδια ημέρα η κεντρική τράπεζα της ευρωζώνης ανακοίνωσε το δικό της πρόγραμμα αγοράς εταιρικών ομολόγων ύψους 60 δισ. ευρώ, ενώ παράλληλα επέκτεινε τον χρόνο χρηματοδότησης προς τις τράπεζες από 6 σε 12 μήνες, ορίζοντας και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ως αντισυμβαλλόμενο μέρος.
Στη ουσία, τα μέτρα αντιμετώπισης της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης, είτε αυτά είναι δημοσιονομικού χαρακτήρα είτε νομισματικού, εάν εφαρμόζονται χωρίς μέτρο και κυρίως χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης πρέπει να θεωρείτε βέβαιο ότι σε λίγους μήνες από τη στιγμή που η κρίση θα έχει ξεχαστεί θα αποτελέσουν εφαλτήριο νέας φούσκας και φυσικά νέας κρίσης.
Αυτή την περίοδο το άγχος κυβερνήσεων και νομισματικών Αρχών επιβάλλει πρακτικές που σε ορισμένες περιπτώσεις είναι ακραίου τύπου.
Για παράδειγμα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν είχε κανένα λόγο, την ώρα μάλιστα που η ύφεση παρουσιάζει σημάδια αποκλιμάκωσης, να προχωρήσει στην αγορά εταιρικών ομολόγων, δηλαδή δεν είχε κανένα λόγο να πληθωρίσει το ευρώ με την κοπή νέου χρήματος.
Η ποσοτική νομισματική χαλάρωση οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην ενίσχυση του υπόβαθρου πάνω στο οποίο θα στηριχθεί η επόμενη κρίση.
Αυτό στηρίζεται στον απλό λόγο ότι ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης δεν μπορεί να παραβιάζεται χωρίς κόστος.
Οταν η προσφορά χρήματος αυξάνεται, όταν δηλαδή αυξάνονται οι απαιτήσεις σε σχέση με την παραγωγή, τότε οι απαιτήσεις δεν αντικρίζονται από απτά περιουσιακά στοιχεία.
Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων να αυξηθούν.
Ηδη και παρ’ ότι η ύφεση της παγκόσμιας οικονομίας σύμφωνα με τους διεθνείς οργανισμούς θα διαρκέσει όλο το 2009, με πρώτες αναπτυξιακές αναλαμπές προς τα τέλη του πρώτου 6μήνου του 2010, εντούτοις τα πρόδρομα φαινόμενα της επόμενης φούσκας εκδηλώνονται τόσο στα χρηματιστήρια όσο και στην τιμή του πετρελαίου .
Τα διεθνή χρηματιστήρια από τις 9 Μαρτίου 2009 έχουν μπει σε διαδικασία σταδιακής ανάκτησης της κεφαλαιοποίησης, που χάθηκε μετά το καλοκαίρι του 2007, ενώ το αργό πετρέλαιο στα μέσα του καλοκαιριού του 2009 βρίσκεται περί τα 63 δολάρια το βαρέλι, έχοντας ενισχυθεί από τον Φεβρουάριο του 2009 όταν καταγράφονταν στα 34 δολάρια, κατά 85%.
Η απουσία σεβασμού του νόμου της προσφοράς και της ζήτησης πάντα έχει κόστος.
Το τραγικό στοιχείο της παραβίασης αφορά τα παραγωγικά μέλη των κοινωνιών, που διαπιστώνουν ότι η αξία των αποταμιεύσεων που προέρχονται από παραγωγικούς παράγοντες χάνουν συνεχώς αξία σε σχέση με τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που η υπερπροσφορά χρήματος οδηγεί σε υψηλοτέρα επίπεδα.
Ηδη και ενώ ακόμη η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται στον πυρήνα της υφεσιακής καταιγίδας, η εκδήλωση αύξησης των τιμών σε συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία αποκαλύπτει το μέρος του προβλήματος που η υπερπροσφορά χρήματος θα δημιουργήσει στο μέλλον.
Η απάντηση στο πρόβλημα είναι οφθαλμοφανής.
Το χρήμα σε όποια μορφή και εάν παρουσιάζεται πρέπει να αντικρίζεται με αγαθά και υπηρεσίες.
Η παγκόσμια οικονομία έχει μπει τις τελευταίες δεκαετίες σε ένα μεγάλο φαύλο κύκλο.
Δεν έχει γίνει κατανοητό ότι οι κάθε είδους πιστώσεις όταν δεν αντικρίζονται από περιουσιακά στοιχεία λειτουργούν ως μηχανισμός κατ’ αρχήν αύξησης των τιμών των περιουσιακών στοιχείων με τη δημιουργία φούσκας και στη συνέχεια κρίσεων και μάλιστα ισχυρότατων.
Το μέγεθος των κρίσεων είναι θέμα του όγκου των απαιτήσεων που δεν αντικρίζονται από περιουσιακά στοιχεία.
Εάν δεν αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα τότε οι κρίσεις ανά τακτά χρονικά διάστημα θα αποτελούν μέρος της ζωής μας.
Πρέπει να υιοθετηθεί ένας κανόνας, κοινός και απόλυτα σεβαστός από όλους, σύμφωνα με το οποίο η προσφορά απαιτήσεων, δηλαδή η κοπή χρήματος, οι εκδόσεις ομολόγων, οι πιστώσεις και γενικά τα εργαλεία πίστης να έχουν όριο την παραγωγή περιουσιακών στοιχείων ή ένα συγκεκριμένο πολλαπλάσιό τους που θα τεθεί από τη διεθνή κοινότητα.
Η ανισόρροπη οικονομική επέκταση, προϊόν της ασύδοτης πίστωσης, πρέπει να λάβει τέλος.
Οσο η χρηματική οικονομία δεν θα στηρίζεται στην πραγματική, δηλαδή όσο οι απαιτήσεις δεν θα αντικρίζονται σε απτά περιουσιακά στοιχεία, οι κρίσεις θα είναι αναπόφευκτες.
Οσο η χρηματική οικονομία θα απομακρύνεται από την πραγματική, τόσο θα είναι μεγαλύτερος ο αντίκτυπος της κρίσης που θα παρουσιάζεται.
Σήμερα οι κάτοχοι καταθέσεων και ομολόγων πιστεύουν ότι έχουν συγκεκριμένες απαιτήσεις πάνω σε πραγματικά περιουσιακά στοιχεία.
Ισχυριζόμαστε ότι πιστεύουν, διότι κάτι τέτοιο δεν υφίσταται.
Σήμερα υπάρχουν περισσότερες και μάλιστα υπέρ το δέον εκκρεμείς απαιτήσεις από απτά περιουσιακά στοιχεία.
Ειδικά οι ΗΠΑ έχουν πλημμυρίσει όλο τον κόσμο με δολάρια, τα οποία δεν αντικρίζονται με τίποτα άλλο παρά από την υποτιθέμενη ισχύ της αμερικανικής οικονομίας.
Η μεγαλύτερη και μάλιστα αχαρτογράφητη φούσκα της παγκόσμιας οικονομίας είναι η κοπή δολαρίων χωρίς κανένα περιορισμό.
Πρέπει να μπει ένας φραγμός, ένα εμπόδιο σε αυτήν τη διαδικασία.
Ενας τέτοιος φραγμός θα ήταν η ανάδειξη ενός παγκοσμίου νομίσματος.
Ενα νέο φερέγγυο νόμισμα θα έβαζε τέλος στην ασυδοσία που καταγράφεται τις τελευταίες δεκαετίες.
Ο κ. Σαράντος Λέκκας είναι οικονομολόγος
Κέρδος
-
Δευτέρα 13 Ιουλίου 2009
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου