Ποια βασικά πράγματα αλλάζει στον κόσμο μας τούτη η βαθιά οικονομική κρίση που ζούμε; Ποιες κοινωνικές σχέσεις, ποιες μορφές εξουσίας, ποιες διαδικασίες παραγωγής και διανομής του πλούτου θα έχουν ξεπεραστεί όταν, κάποτε, τελειώσει; Και τι θα μπει στη θέση τους;
Ιστορικοί έχουν επισημάνει τη δυσκολία να αναγνωρίζουμε την ιστορική σημασία γεγονότων την ώρα που συμβαίνουν. Και η δυσκολία εντείνεται επειδή οι χρόνοι της τεχνολογίας, της οικονομίας και της πολιτικής δεν συμπίπτουν. Ένα παράδειγμα: Έως τώρα οι ΗΠΑ ήσαν αναντίρρητα το πρότυπο της καπιταλιστικής οικονομίας στον πλανήτη. Και για το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα η Τζένεραλ Μότορς ήταν κατ΄ εξοχήν η εταιρεία που συμβολικά ενσάρκωνε αυτό το πρότυπο. Την Κυριακή αρμόδιο δικαστήριο της Νέας Υόρκης δέχθηκε την αίτηση για τη χρεοκοπία της και τη δημιουργία μιας νέας Τζένεραλ Μότορς, η οποία θα ανήκει κατά 60,8% στο Αμερικανικό Δημόσιο, κατά 11,7% στο κράτος του Καναδά, κατά 17,5% στο συνδικάτο των εργατών αυτοκινήτου, όπως είχε εισηγηθεί η κυβέρνηση Ομπάμα, απορρίπτοντας κάπου 850 ενστάσεις μετόχων και πιστωτών που είδαν τις απαιτήσεις τους να μηδενίζονται. Μια τέτοια κρατικοποίηση, αδιανόητη πριν από είκοσι χρόνια, εντυπωσιάζει. Σηματοδοτεί όμως κάποια πραγματική αλλαγή στη σχέση δημοσίου συμφέροντος και ιδιωτικών συμφερόντων, αναβάθμιση του συλλογικού συμφέροντος των εργαζομένων; Ή μήπως δεν είναι παρά επίλογος στη μακρά παρακμή της αυτοκινητοβιομηχανίας, της παλιάς βαριάς βιομηχανίας εν γένει, μια μεταβατική ρύθμιση για μερικά χρόνια, μέχρις ότου εξυγιανθεί η εταιρεία σε μικρότερη κλίμακα, αν τα καταφέρει, για να ιδιωτικοποιηθεί και πάλι όπως πριν;
Ωστόσο ισχυρές ενδείξεις ότι θα άλλαζε η σχέση δημοσίου συμφέροντος και ιδιωτικών συμφερόντων είχαμε πριν από μερικούς μήνες, όταν οι κυβερνήσεις στην Αμερική και στην Ευρώπη διέθεταν τεράστιους πόρους για να σώσουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα από την κατάρρευση που προκαλούσαν οι κερδοσκοπικές επενδυτικές πρακτικές των ηγετικών στελεχών του. Φαινόταν τότε ότι οι επιχειρήσεις διάσωσης των τραπεζών θα συμβάδιζαν με αυστηρό δημόσιο έλεγχο που θα απαγόρευε την επανάληψη παρόμοιων- «εγκληματικά» έλεγαν τότε- ανεύθυνων συμπεριφορών στο μέλλον και συνάμα θα διασφάλιζε την επιστροφή των πόρων των φορολογουμένων. Προς αυτή την κατεύθυνση δεσμεύονταν πολιτικοί ηγέτες, με πρώτο τον Βρετανό πρωθυπουργό Γκόρντον Μπράουν. Σήμερα πού βρισκόμαστε;
Όλες οι σοβαρές επιστημονικές αναλύσεις επισημαίνουν τα βαθιά προβλήματα που παραμένουν στη λειτουργία του οικονομικού συστήματος. Όσο δεν αντιμετωπίζονται, καμία βιώσιμη ανάκαμψη δεν είναι εφικτή, συμφωνούν οι πιο έγκυροι ανεξάρτητοι οικονομολόγοι και στις δύο όχθες του Ατλαντικού. Ωστόσο μια παράξενη ατμόσφαιρα εξόδου από την κρίση, την οποία συντηρούν από κοινού κυβερνήσεις, τραπεζίτες και ο Τύπος, συμβάλλει στην υποτίμηση της σημασίας αυτών των προβλημάτων, έγραφε προχθές στη Le Μonde ένας παλιός και έμπειρος σοσιαλιστής πολιτικός, ο άλλοτε πρωθυπουργός της Γαλλίας Μισέλ Ροκάρ. Και ανέφερε τη συμμετοχή του Σίτι του Λονδίνου στην επίθεση αποσταθεροποίησης που δέχθηκε τις τελευταίες εβδομάδες ο Γκόρντον Μπράουν, επειδή ήθελε να βάλει τάξη στο σύστημα, τις δυσκολίες του Ομπάμα με τους τραπεζίτες και τους γερουσιαστές του, ανάλογες ηπιότερες αντιπαραθέσεις στη Γαλλία και τη Γερμανία. Ανησυχεί έτσι ότι οδεύουμε προς διατήρηση του status quo με κάποιες ελαφρές διορθώσεις, που δεν θα εξαλείψουν τους μεγάλους παράγοντες αστάθειας του συστήματος.
Αυτό όμως που πραγματικά τρομάζει και δικαιολογεί τη γενικευμένη αίσθηση της κρίσης, είναι οι ρυθμοί ραγδαίας ανόδου της ανεργίας. Και ακόμα σοβαρότερη είναι η επέκταση της επισφαλούς εργασίας, του αριθμού των ανθρώπων σε προσωρινές, κακά αμειβόμενες δουλειές, οι οποίοι φτάνουν το 15%20% της απασχόλησης στις ανεπτυγμένες οικονομίες, υποστηρίζει ο Ροκάρ. Πάνω από το ένα τέταρτο του πληθυσμού είναι πια φτωχοί, άνεργοι και επισφαλώς εργαζόμενοι και καταναλώνουν όσο λιγότερο μπορούν: 70 εκατομμύρια στην Ευρώπη, 40- 50 εκατ. στην Αμερική, κάπου 30 εκατ. στην Ασία. Στην ύφεση ωστόσο δεν θα απαντούσε η ενίσχυση της κατανάλωσης, που θα αύξανε κυρίως τις εισαγωγές από αναπτυσσόμενες χώρες. Χρειάζονται πολλές και μεγάλες επενδύσεις σε όλους τους τομείς- και αυτές δεν τις αναλαμβάνει ο ιδιωτικός τομέας, με τις επιχειρήσεις να έχουν χάσει μέχρι το μισό της αξίας των κεφαλαίων τους, τις προβληματικές πάντα τράπεζες να μη δανείζουν.
Έτσι δικαιώνεται τραγικά στην κριτική της η διεθνής σοσιαλδημοκρατία, που ζητούσε έλεγχο των αγορών και καταπολέμηση των ανισοτήτων μέσω της φορολογίας, γράφει ο Ροκάρ. Εν τούτοις χάνει παντού τις εκλογές, τις κερδίζουν τα κόμματα με την ιδεολογία που μας έφερε εδώ, διαπιστώνει με απογοήτευση. Οικονομία και πολιτική για την ώρα δεν συμπίπτουν. Η κρίση θα διαρκέσει όμως ακόμα πολύ...
ΑΝΕΡΓΙΑ ΠΟΥ ΤΡΟΜΑΖΕΙ
Αυτό που πραγματικά τρομάζει και δικαιολογεί τη γενικευμένη αίσθηση της κρίσης, είναι οι ρυθμοί ραγδαίας ανόδου της ανεργίας
Της Ελίζας Παπαδάκη
Αφελής όποιος νομίζει ότι θα μειωθούν οι φόροι
Πριν από 11 ώρες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου