Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2009

Επτά άξονες για την προστασία της εργασίας

Απέναντι σε μια πορεία συνεχούς απορρύθμισης της εργασίας από τη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα, απαιτείται ένα πλέγμα παρεμβάσεων για την προστασία και τη βαθμιαία αναβάθμισή της που θα εντάσσεται σε ένα ευρύτερο εναλλακτικό πλαίσιο οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής και στη συνακόλουθη υιοθέτηση ενός παραγωγικού προτύπου όπου η εργασία θα αναγνωρίζεται έμπρακτα ως ο βασικός παραγωγός του κοινωνικού πλούτου και όχι ως επαχθές κόστος για τις επιχειρήσεις.

Οι άξονες των αναγκαίων θεσμικών παρεμβάσεων συνοψίζονται στα εξής:

1) Ενίσχυση των μηχανισμών ελέγχου εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας για την καταπολέμηση του εκτεταμένου φαινομένου της εργοδοτικής αυθαιρεσίας και της παράνομης ευελιξίας. Ο στόχος αυτός υπηρετείται από την ενίσχυση του ρόλου των επιθεωρήσεων εργασίας με την ποσοτική και την ποιοτική αναβάθμισή τους με αυξημένες αρμοδιότητες, από τον συντονισμό των επιμέρους μηχανισμών ευρύτερου ελέγχου των επιχειρήσεων και από την ταχεία απονομή της δικαιοσύνης στις εργατικές διαφορές.


2) Προστασία από τις απολύσεις και την εργασιακή ανασφάλεια με μέτρα υπέρ της απαγόρευσης των απολύσεων για λόγους σχετικούς με το πρόσωπο του εργαζόμενου κατά τη διάρκεια της κρίσης, του αιτιολογημένου χαρακτήρα των απολύσεων, της άρσης των διακρίσεων στις αποζημιώσεις για κάθε κατηγορία μισθωτών και μορφή καταγγελίας της σύμβασης, της προστασίας από μαζικές απολύσεις στις μικρές επιχειρήσεις (περισσότεροι από 20 εργαζόμενοι), της γενναίας αύξησης, σε ύψος και διάρκεια, του επιδόματος ανεργίας.

3) Αντιμετώπιση της ευελιξίας ως μέσου απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων με την κατάργηση των ρυθμίσεων ενίσχυσής της που επιβουλεύονται την πλήρη και σταθερή απασχόληση. Για όσες, δε, περιπτώσεις ευελιξίας υπάρχουν νομικές κοινοτικές δεσμεύσεις που εμποδίζουν την άμεση κατάργησή τους, υπάρχουν δυνατότητες θεσμικού περιορισμού της λειτουργίας τους και ουσιαστικής ενίσχυσης της αμοιβής και των δικαιωμάτων των ευέλικτα απασχολούμενων που θα περιορίζουν και θα ακυρώνουν στην πράξη το συγκριτικό πλεονέκτημα του χαμηλού τους κόστους, καθιστώντας ασύμφορη τη προσφυγή σε αυτές και αποδεικνύοντας ότι η σχέση ευελιξίας και ουσιαστικής ασφάλειας είναι ανταγωνιστική και μη συμφιλιώσιμη εφόσον οι δύο έννοιες δεν μπορούν να ενισχύονται ισομερώς και παράλληλα.

4) Επέκταση της προστασίας της εργατικής νομοθεσίας στις κατηγορίες των εργαζομένων με ΔΠΥ (μπλοκάκια) που ανήκουν στην γκρίζα ζώνη μεταξύ μισθωτής εργασίας και αυτοαπασχόλησης υπό το φως των σύγχρονων δεδομένων της έννοιας της εξάρτησης απέναντι στον εργοδότη.

5) Κατάργηση των μέτρων απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων στον δημόσιο τομέα με τη μονιμοποίηση των «συμβασιούχων» που καλύπτουν πάγιες ανάγκες, την άρση των ρυθμίσεων που εισάγουν διακρίσεις σε βάρος των νεοπροσλαμβανόμενων, την ανατροπή των γενικών κανονισμών προσωπικού και των συλλογικών συμβάσεων με κρατικές παρεμβάσεις και των μέτρων έμμεσης ιδιωτικοποίησης με τη χρήση εργολαβιών που πολλαπλασιάζουν τις εργασιακές ταχύτητες στον δημόσιο τομέα.

6) Μείωση του νόμιμου εργάσιμου χρόνου, που είναι μακράν ο υψηλότερος στην Ε15, με διατήρηση των αμοιβών, ως έκφραση δικαιότερης πρωτογενούς κατανομής του παραγόμενου πλούτου, και δραστική μείωση των υπερωριών με αύξηση του κόστους τους για τη μείωση του πραγματικού χρόνου εργασίας, που βρίσκεται στη δεύτερη θέση στον ευρωπαϊκό χώρο, συμβάλλοντας στην αύξηση της απασχόλησης.

7) Ενίσχυση των συλλογικών δικαιωμάτων των εργαζομένων με θεσμούς εκπροσώπησης και αυξημένες αρμοδιότητες. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται μέτρα καθιέρωσης συλλογικής εκπροσώπησης στη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων (98%) του ιδιωτικού τομέα που σήμερα απουσιάζει, ως μέτρο διεκδίκησης αλλά και ελέγχου εφαρμογής της νομοθεσίας. Παράλληλα ρυθμίσεις που αναγνωρίζουν θεσμούς εκπροσώπησης και συλλογικής διαπραγμάτευσης σε σύνθετες οικονομικές δομές (όμιλοι επιχειρήσεων, ενιαίοι γεωγραφικοί χώροι πολυκλαδικής δραστηριότητας) και η καθιέρωση θεσμών διαχειριστικού ελέγχου απέναντι στην αυθαίρετη επίκληση οικονομικών δυσχερειών από τους εργοδότες για την επιβολή της υποβάθμισης των εργασιακών δικαιωμάτων, εμπλουτίζουν τον παραπάνω στόχο.

Οι παρεμβάσεις αυτές συνθέτουν ένα πλαίσιο αναγκαίων μεταρρυθμίσεων στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων, απόλυτα ρεαλιστικό υπό τις σημερινές συνθήκες, χωρίς να απαιτούνται επαναστατικές ανατροπές παρά μόνο ένας πραγματικά ευνοϊκότερος πολιτικός συσχετισμός υπέρ των δυνάμεων της εργασίας.

*Ο Γ. Κουζής διδάσκει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου