Ο πλούτος που παράγεται στη χώρα μας μοιράζεται τελείως άνισα. Οι εργαζόμενοι βιώνουν στασιμότητα του εισοδήματός τους, μέσα σε συνθήκες επισφάλειας και κακοπληρωμένης εργασίας. Οι μισθοί των εργαζομένων επί χρόνια αυξάνονται με χαμηλότερο ρυθμό απ’ ό,τι η παραγωγικότητα της εργασίας. Στους εργαζόμενους καταλήγει ολοένα και μικρότερο μέρος του παραγόμενου πλούτου.
Με βάση τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας (ΕΣΥΕ), μεταξύ 1991 και 2008 το ΑΕΠ έχει αυξηθεί κατά 4,72, φορές, ενώ το κατώτερο μεροκάματο 3,12 φορές. Το εργατικό κόστος μειώνεται διαχρονικά, και μεταξύ 1981 και 2009 έχει μειωθεί κατά 12%. Από την άλλη τα κέρδη των επιχειρήσεων τα τελευταία χρόνια είναι σημαντικά. Με βάση επεξεργασία των ισολογισμών του 2006 25.972 επιχειρήσεων Α.Ε. και ΕΠΕ που έγινε από την ICAP, ο ρυθμός αύξησης των προ φόρων κερδών πλησίασε το 60%, δηλαδή 15 φορές ταχύτερος του ΑΕΠ. Στην υπόλοιπη Ευρώπη η αύξηση της κερδοφορίας φτάνει μόλις το 10%-12%.
Ειδικότερα τα κέρδη των τραπεζών αυξήθηκαν κατά την περίοδο της διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ (1994-2003) κατά 564% και της Ν.Δ. (2004-2007) κατά 201%, ενώ αύξηση σημειώθηκε και το 2008, παρά το γεγονός ότι είχε ξεκινήσει η κρίση. Για τις 6 μεγαλύτερες τράπεζες (Εθνική, Alpha, Eurobank, Πειραιώς, Αγροτική, Εμπορική) το 2008 τα κέρδη αυξήθηκαν από 4.228 σε 4.308 εκατ. ευρώ. Αλλά και φέτος (2009), εν μέσω κρίσης, οι τράπεζες στην Ελλάδα αυξάνουν τα κέρδη τους. Επισημαίνουμε εδώ ότι οι τράπεζες με τη ληστρική, ανεξέλεγκτη δράση τους, επιδεινώνουν ιδιαίτερα τη θέση των ελληνικών νοικοκυριών.
Βλέπουμε λοιπόν διαχρονικά μία πορεία όπου οι μεγαλοεπιχειρηματίες καρπώνονται τη μερίδα του λέοντος από τον παραγόμενο πλούτο, ενώ οι εργαζόμενοι χάνουν.
Το 40% των μισθωτών στην Ελλάδα έχουν ακαθάριστες μηνιαίες αποδοχές μικρότερες των 1.080 ευρώ και το 22% μικρότερες των 830 ευρώ (από τις αποδοχές αυτές θα πρέπει να αφαιρέσουμε τις εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία και τον φόρο εισοδήματος). [Έρευνα Εργατικού Δυναμικού 2007].
Ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα παραμένει ο μικρότερος μεταξύ των χωρών της Ευρώπης των "15". Στην Ε.Ε. ο μέσος κατώτατος μισθός ανέρχεται σε 1.184 ευρώ τον μήνα και στην Ελλάδα σε μόλις 701 ευρώ.
Για τη φτώχεια
Στη χώρα μας, το ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας (σχετικής φτώχειας), ανέρχεται σήμερα στο 20,1% και είναι το δεύτερο υψηλότερο στην Ε.Ε. των "27", μετά τη Λετονία, ενώ αυξημένο είναι και το ποσοστό αυτών που ζουν σε συνθήκες ακραίας ανέχειας (σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, το 7,24% των Ελλήνων ζει με λιγότερο από 10,5 ευρώ την ημέρα). [ΕΣΥΕ 2007]
Σε συνθήκες φτώχειας ζει το 34,4% των ανέργων και το 14,2% των εργαζομένων, γεγονός που πιστοποιεί την ύπαρξη στη χώρα μας μιας μεγάλης κατηγορίας «εργαζόμενων φτωχών». [ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, 2003].
Μάλιστα τα τελευταία χρόνια εντείνεται το φαινόμενο των «εργαζόμενων φτωχών» στην Ελλάδα. Με ποσοστό 13% «εργαζομένων φτωχών» άνω των 18 ετών η χώρα μας αναδεικνύεται πρωταθλήτρια ανάμεσα στις 27 συνολικά χώρες της Ε.Ε. οι οποίες έχουν μέσο όρο το 8%.
Υπάρχουν αρκετές ομάδες υψηλού κινδύνου φτώχειας (π.χ. αγροτικός πληθυσμός (το 27%), οι ηλικιωμένοι άνω των 65 ετών (το 23%), οι μονογονεϊκές οικογένειες με παιδιά (το 34%), οι συνταξιούχοι (το 25%), το 36% των ανέργων, οι μερικώς απασχολούμενοι (το 27%), τα νοικοκυριά με αρχηγό που δεν τελείωσε το δημοτικό (το 30%). Σημαντικό ρόλο στη φτώχεια παίζει το επίπεδο εκπαίδευσης. Το 58% των φτωχών δεν έχει πάει καθόλου σχολείο, ή έχει τελειώσει μόλις το δημοτικό.
Αν και τα κονδύλια για την κοινωνική πρόνοια στην Ελλάδα είναι συγκρίσιμα με αυτά άλλων μεσογειακών χωρών της Ε.Ε., παρουσιάζουν τη μικρότερη αποτελεσματικότητα στη μείωση της φτώχειας. Η μείωση που επιτυγχάνεται είναι μόλις 6,5%, όταν το αντίστοιχο μέσο ποσοστό μείωσης στην "Ε.Ε." των "15" είναι 24,9%.
Αναγκαία μέτρα για αντιμετώπιση της φτώχειας...
Η ανάγκη εξασφάλισης ανθρώπινης ζωής των ευάλωτων και αποκλεισμένων μελών της κοινωνίας επιβάλλει ουσιαστική αντιμετώπιση και όχι μέτρα «φιλανθρωπίας»...
Για τα φτωχότερα νοικοκυριά που ως γνωστό δαπανούν πολύ μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους σε είδη διατροφής από τα πλουσιότερα είναι αναγκαία η άμεση (οικονομική ενίσχυση με επίδομα θέρμανσης και άλλων εκτάκτων βοηθημάτων) ή έμμεση (π.χ. δωρεάν εισιτήρια αστικής συγκοινωνίας, νερού , δωρεάν παιδείας, υγείας κ.λπ.).
Καθιέρωση ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος για εξασφάλιση του δικαιώματος όλων των πολιτών χωρίς διακρίσεις να έχουν μια αξιοπρεπή ζωή.
Αύξηση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των μισθωτών
Οι μισθοί πρέπει όχι μόνο να εξασφαλίζουν μια αξιοπρεπή διαβίωση αλλά να καλύπτουν τον εργατικό τιμάριθμο και να ενσωματώνουν την αύξηση της παραγωγικότητας. Επομένως η ΕΣΥΕ οφείλει να υπολογίζει τον εργατικό τιμάριθμο.
Ως μεσοπρόθεσμος στόχος πρέπει να τεθεί η σύγκλιση της αγοραστικής δύναμης των Ελλήνων εργαζομένων και συνταξιούχων με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνεπώς και η σχετική αύξηση μισθών και συντάξεων.
Σε κάθε περίπτωση, η κύρια σύνταξη θα πρέπει να είναι ίση με το 80% των συντάξιμων αποδοχών του τελευταίου χρόνου ασφάλισης και η επικουρική ίση με το 20% του συντάξιμου μισθού, αναπροσαρμοζόμενες και οι δύο σύμφωνα με τις ετήσιες αυξήσεις των μισθών.
Για την αντιμετώπιση επίσης της φτώχειας πρέπει φυσικά να ελέγχονται. οι τιμές (το θέμα των τιμών εξετάζεται χωριστά).
Άλλες προτάσεις
Συντονισμός των ελεγκτικών μηχανισμών του κράτους (ΕΦΕΤ, Γενικό Χημείο του Κράτους, υπουργείο Γεωργίας, φοροεισπρακτικοί-φοροελεγκτικοί-εισφοροελεγκτικοί μηχανισμοί κ.λπ.).Η αποτελεσματικότητα βέβαια των μηχανισμών αυτών εξαρτάται από την πολιτική βούληση.
Αυστηρός κοστολογικός έλεγχος (π.χ. σε όλο το κύκλωμα πετρελαίου). Δραστική μείωση της ψαλίδας τιμών μεταξύ παραγωγού και καταναλωτή.
Είσοδος των συνεταιρισμών σε όλο το κύκλωμα παραγωγής, επεξεργασίας και εμπορίας και διάθεσης αγροτικών προϊόντων.
Καθιέρωση ενιαίου τρόπου τιμολόγησης παραγόμενων και εισαγόμενων φαρμάκων, μείωση της συμμετοχής των ασφαλιζόμενων κάτω από 10% και δωρεάν διάθεση φαρμάκων σε χαμηλόμισθους και χαμηλοσυνταξιούχους.
Ως προς την προστασία των ανέργων
Καταβολή του επιδόματος ανεργίας για 5 χρόνια, χωρίς περιορισμούς ως προς τον χρόνο απασχόλησης πριν από την απόλυση.
Αύξηση του επιδόματος ανεργίας ώστε να ανέρχεται στο 75% του τεκμαρτού μισθού ανάλογα με τα χρόνια ασφάλισης με ελάχιστο το 80% του κατώτατου μισθού. Χορήγηση στους εισερχόμενους για πρώτη φορά στη μισθωτή εργασία (νέους και μεγαλύτερους σε ηλικία) βοηθήματος ίσου με το σημερινό ύψος του επιδόματος εφόσον εγγράφονται στον ΟΑΕΔ και δεν τους εξασφαλίζεται, εντός δύο μηνών, εργασία σύμφωνη με τα προσόντα τους.
Ο χρόνος ανεργίας να ασφαλίζεται για σύνταξη και υγεία.
Του Μάξιμου Μπόλα
Το ΥΠΕΞ και τα «σύνορα της καρδιάς του Ερντογάν»
Πριν από 8 ώρες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου