Η κρίση έχει επίσημα τελειώσει. Το είπανε άλλωστε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και οι κεντρικοί τραπεζίτες του G20. Και έτσι πρέπει να είναι, αφού το λένε αυτοί. Δεν έχει σημασία ότι οι ίδιοι, μόλις ένα χρόνο νωρίτερα, παραδέχονταν ότι δεν είχαν ιδέα για το πώς βρέθηκε η παγκόσμια οικονομία στα χείλη του γκρεμού. Σήμερα είναι σίγουροι ότι η οικονομική κρίση ανήκει στο παρελθόν, ότι μπορούν πλέον να αρχίσουν να περιορίζουν, σταδιακά, βέβαια, τα πακέτα ενίσχυσης. Ενδεχομένως να έχουν και δίκιο. Ομως, ακόμα και αν η οικονομική κρίση έχει πλέον ξεπεραστεί, ελλοχεύει μία σημαντικότερη και ακόμα πιο επικίνδυνη. Γιατί τι πιο επικίνδυνο υπάρχει από το να χαθεί η εμπιστοσύνη στο ίδιο το χρήμα;
Ερχεται η ώρα της πληρωμής
Μέσα στην ευφορία της ανόδου των αγορών -περισσότερο από 60% από τον Μάρτιο μέχρι σήμερα- και της χλιαρής ανάκαμψης, η οποία διέψευσε τις Κασσάνδρες που προέβλεπαν την παγκόσμια οικονομική καταστροφή, είναι εύλογη η ανακούφιση. Απότομη και έντονη ήταν η ύφεση, αλλά ήδη τα μακροοικονομικά μεγέθη δείχνουν μικρή μεν, αλλά πραγματική ανάκαμψη για την αμερικανική, τη γερμανική και τη γαλλική οικονομία. Οι συντονισμένες ενέσεις ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες, τα μηδενικά επιτόκια και τα οικονομικά πακέτα στήριξης, έδωσαν την ώθηση στην οικονομία. Μαζί με την ανάκαμψη, όμως, έρχεται και η ώρα της πληρωμής. Η οποία ενδέχεται να είναι πιο ακριβή από αυτό το οποίο προέβλεψαν οι αρχιτέκτονές της.
Η φούσκα του κρατικού δανεισμού
Πολύ πριν από τη σημερινή κρίση, ο διοικητής της Fed κ. Μπ. Μπερνάνκε, αναλύοντας το Κραχ του 1929, είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το πλέον αποτελεσματικό εργαλείο για την αντιμετώπιση αντίστοιχων καταστάσεων είναι ένα ελικόπτερο, το οποίο σκορπάει από ψηλά χρήματα στις αγορές και την οικονομία. Τη συνταγή αυτή ακριβώς εφάρμοσε στη σημερινή κρίση. Και συντονισμένα με τις υπόλοιπες κεντρικές τράπεζες έριξαν στην οικονομία περισσότερα από 9 τρισ. δολάρια, μέσω προγραμμάτων οικονομικής ενίσχυσης, βραχυπρόθεσμων πιστώσεων στις τράπεζες και κυρίως μέσω της απευθείας αγοράς κρατικών ομολόγων. Η λογική πίσω από αυτό το σκόρπισμα χρήματος ήταν η ταχεία ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας μέσω του δημοσίου τομέα, καθώς επιχειρήσεις και νοικοκυριά διέκοπταν απότομα τις επενδύσεις και την κατανάλωση. Και καθώς τα δημόσια ταμεία ήδη ήταν άδεια, με τις κυβερνήσεις στις ΗΠΑ και την Ευρώπη να τρέχουν δημοσιονομικά ελλείμματα, ο μοναδικός τρόπος εύρεσης κεφαλαίων γρήγορα ήταν μέσω του κρατικού δανεισμού. Δανεισμός, ο οποίος αυξήθηκε με τον γρηγορότερο ρυθμό στην ιστορία, ξεπερνώντας ακόμα και το εκτίναγμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Οπως ακριβώς στα προηγούμενα χρόνια υπερχρεώνονταν οι καταναλωτές, σήμερα υπερχρεωμένες είναι οι κυβερνήσεις.
Τα ελλείμματα θα πνίξουν την ανάπτυξη
Αντίθετα από την Ευρωζώνη όπου, παρά τις πιέσεις και εκκλήσεις από τις επιμέρους κυβερνήσεις, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει αρνηθεί μέχρι τώρα να αγοράσει κρατικά ομόλογα των χωρών-μελών, η Fed και σε μικρότερο βαθμό η Τράπεζα της Αγγλίας έχουν γίνει τη στιγμή αυτή από τους πιο σημαντικότερους πιστωτές των αντίστοιχων κρατικών ταμείων. Καθώς η οικονομία ανακάμπτει, το πρόβλημα -διπλό - γίνεται εμφανές. Καταρχάς, είναι ένα πρόβλημα εξυπηρέτησης και αποπληρωμής του χρέους. Μόνο η πληρωμή των τόκων, ακόμα και με τα σημερινά χαμηλά επιτόκια, θα απορροφήσει ένα διαρκώς αυξανόμενο μερίδιο του κρατικού προϋπολογισμού. Με δεδομένα τα τρέχοντα δημοσιονομικά ελλείμματα, περισσότερο από 10% του ΑΕΠ, για ΗΠΑ και Μ. Βρετανία, η εξυπηρέτηση του χρέους θα απαιτήσει ρυθμούς ανάπτυξης πολλαπλάσιους του παρελθόντος, προκειμένου να επανέλθουν σε επίπεδα τα οποία να μη θέτουν σε κίνδυνο τα δημόσια οικονομικά. Πόσο εφικτό όμως είναι αυτό; Πώς μπορεί να επανέλθει η αμερικανική, η βρετανική, αλλά και η ευρωπαϊκή οικονομία σε ρυθμό κοντά στον μακροχρόνιο μέσο όρο πραγματικής ετήσιας ανάπτυξης της τάξης του 3%; Κυρίως, πώς μπορεί να γίνει αυτό, όταν οι βασικοί μηχανισμοί ανάπτυξης, η εγχώρια κατανάλωση και οι επιχειρηματικές επενδύσεις δύσκολα θα ανακάμψουν, καθώς τα νοικοκυριά προσπαθούν να περιορίσουν τις δαπάνες τους και να αποπληρώσουν τα συσσωρευμένα χρέη. Στον αναγκαστικό περιορισμό αυτό θα προστεθεί και η σίγουρη αύξηση της φορολόγησης, τόσο προσωπικής, όσο και επιχειρηματικής. Μια κατάσταση δηλαδή, η οποία δύσκολα θα μπορούσε να διαμορφώσει ένα περιβάλλον οικονομικής ανάπτυξης, το οποίο θα επέτρεπε την εξισορρόπηση των δημόσιων οικονομικών. Και επιπλέον, μία κατάσταση, η οποία θα πιέσει περαιτέρω τα δημόσια οικονομικά, καθώς τα επιτόκια, ιδίως τα μακροχρόνια, τα οποία διατηρούνται σήμερα τεχνητά σε χαμηλό επίπεδο μέσω της αγοράς ομολόγων από τις κεντρικές τράπεζες, θα εκτιναχθούν μόλις αυτές σταματήσουν.
Φρεσκοτυπωμένα δολάρια και στερλίνες, χωρίς αξία
Το δεύτερο χρονικά, αλλά σίγουρα σημαντικότερο σκέλος του προβλήματος, αφορά κυρίως τις ΗΠΑ και τη Μ. Βρετανία, με προεκτάσεις όμως οι οποίες αγγίζουν κάθε γωνιά της παγκόσμιας οικονομίας. Στα πρότυπα αφρικανικών χωρών ή "μπανανο-δημοκρατιών" της Λατινικής Αμερικής στη δεκαετία του 1970, η Fed και η Τράπεζα της Αγγλίας χρηματοδοτούν το ίδιο το κράτος, αγοράζοντας απευθείας κρατικά ομόλογα με χρήματα τα οποία δεν υπάρχουν στα ταμεία. Και το κάνουν αυτό, τυπώνοντας, με βιομηχανικό ρυθμό, δολάρια και στερλίνες. Η νομισματική βάση στις ΗΠΑ έχει διπλασιαστεί από τα 840 δισ. δολάρια τον Αύγουστο του 2008, στο 1,.7 τρισ. δολάρια σήμερα. Αντίστοιχη είναι και η κατάσταση στη Μ. Βρετανία. Το τύπωμα όμως χρήματος, χωρίς την αντίστοιχη παραγωγή πλούτου στην οικονομία, αποτελεί μια πλασματική κατάσταση με καμία σχέση με την πραγματική αξία. Το πρόβλημα, δηλαδή, το οποίο έχει δημιουργηθεί και το οποίο θα ταλανίσει την παγκόσμια οικονομία για μεγάλο διάστημα, δεν είναι η οικονομική κρίση, η οποία έχει ξεπεραστεί, αλλά η νομισματική κρίση, η οποία επέρχεται.
Κανένας δεν έχει τόσα πολλά δολάρια όσα η Κίνα…
Οταν η Ζιμπάμπουε τύπωνε νομίσματα χωρίς αξία, αυτό δεν είχε καμία επίπτωση στην παγκόσμια οικονομία. Οταν όμως οι ΗΠΑ και η Βρετανία τυπώνουν ανεξέλεγκτα δολάρια και στερλίνες, η επίπτωση αποκτά δραματικές διαστάσεις. Κατ' αρχάς για τα άλλα νομίσματα, όπως το ευρώ και το γεν, η ανατίμηση των οποίων έναντι του δολαρίου πνίγει τον πρωταρχικό εξαγωγικό χαρακτήρα της Ευρωζώνης και της Ιαπωνίας. Κυρίως όμως οι δραματικές επιπτώσεις αφορούν αυτούς οι οποίοι έχουν δολάρια. Και αυτή τη στιγμή, κανένας δεν έχει τόσα πολλά δολάρια όσα η Κίνα, με αποθέματα περισσότερα από 1,3 τρισ. δολάρια. Δεν είναι τυχαίο ότι τους τελευταίους μήνες η Κίνα έχει εντείνει τις εξαγορές επιχειρήσεων στο εξωτερικό. Γνωρίζοντας πολύ καλά ότι αν αρχίσει να ξεπουλάει δολάρια και αμερικανικά κρατικά ομόλογα θα πυροδοτήσει μία αλυσιδωτή αντίδραση στις αγορές, η οποία θα εκμηδένιζε την αξία των αποθεμάτων της, η Κίνα χρησιμοποιεί τα διαθέσιμά της για να αγοράσει πετρελαϊκές επιχειρήσεις και μεταλλεία στην Αφρική, την Ασία και τη Λατινική Αμερική. Ενα δολάριο ή μια στερλίνα μπορεί κάποια στιγμή να μην αξίζουν το χαρτί στο οποίο τυπώθηκαν. Ομως ένα βαρέλι πετρελαίου, μία πετρελαιοπηγή, ένα ορυχείο σιδήρου διατηρούν πάντα την αξία τους.
του Δημήτρη Γκιόκεζα
Το ΥΠΕΞ και τα «σύνορα της καρδιάς του Ερντογάν»
Πριν από 8 ώρες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου