Κυριακή 24 Μαΐου 2009

Η ΚΡΙΣΗ

Σκέφτηκα να γράψω κι εγώ κάτι για τη «κρίση». Έχω μπροστά μου κάμποση βιβλιογραφία, από κείνη την «έγκυρη» που λέμε.., τη βιβλιογραφία που κάνει το πολύ κοινό, το μη εξειδικευμένο να αλληθωρίζει από το ακατανόητο στους μη ειδικούς λεξιλόγιο των οικονομολόγων. Εκείνα τα κείμενα που όπως είχε γράψει κάποτε ο Paul Krugman : «…χρησιμοποιούν πολύπλοκη γλώσσα για να κρύψουν το πόσο κοινότυπες είναι οι ιδέες τους» αν και υπάρχουν κι εκείνοι οι βαθυστόχαστοι οικονομολόγοι που «…χρησιμοποιούν την εξειδικευμένη γλώσσα του κλάδου μας σαν αποτελεσματικό τρόπο διατύπωσης των βαθύτερων νοημάτων τους...» (Paul Krugman : Η Εποχή των Μειωμένων Προσδοκιών, εκδ. Πόλις, σελ. 21) Πάει πολύς καιρός τώρα, που τούτη την ακοινώνητη όπως την ονομάζω γλώσσα, δεν την υιοθετώ, δεν την πιστεύω, δεν αναγνωρίζω τη χρησιμότητά της –έτσι όπως χρησιμοποιείται. Είναι μια κούφια τεχνοκρατική επίδειξη ενίοτε κούφιων γνώσεων
Η ώρα είναι κοντά 8 το βράδυ, και προβληματίζομαι από πού ν’ αρχίσω. … η βαβούρα είναι μεγάλη στα κανάλια –στη τηλεόραση που βρίσκεται ακριβώς μπροστά μου : ένθεν κακείθεν, ακούγονται οι γνωστοί πολιτικοί «ανθοστολισμοί» : «ντροπή σας», «ντροπή σε σας», «είστε κλέφτες», «εμείς δεν είμαστε κλέφτες, εσείς είστε συμμορία», «είστε νονοί», «είστε ανέντιμοι», «εσείς είστε ανέντιμοι», «είσαι ο αρχιερέας της διαπλοκής», «είσαι ψεύτης», «πείτε μας, όχι πείτε μας για τη λεηλασία του χρηματιστηρίου», «όχι, εσείς να μας πείτε για τη λεηλασία με τα δομημένα ομόλογα», κ.λπ., κ.λπ. Βέβαια, τίποτα το πρωτότυπο, να μιλάς στη χώρα μας για λεηλασία του δημόσιου χρήματος. Δεν είναι σχήμα λόγου τούτο. Εγώ ο ίδιος, σε άρθρο μου («Τα τρωκτικά δεν αποτελούν πλέον είδηση» (Ναυτεμπορική, 14/2/1995)), τούτη τη θέση μου την ξαναϋποστήριξα, αναφερόμενος σε κείνους που καταβροχθίζουν τις ελπίδες, τις ικανότητες, τις δεξιότητες, τους πόθους, τη σάρκα και τη ψυχή ενός ολάκερου λαού. Αν θέλεις να δεις ιστορικά, από πότε αρχίζει τούτο το κατ’ εξοχήν «σπορ» του πολιτικού μας συστήματος, (και για να είμαστε πιο δίκαιοι : των παρατάξεων εκείνων που δια των κομμάτων τους νέμονταν –και νέμονται- «ιστορικά» την εξουσία) δεν έχεις παρά να διαβάσεις την ιστορία του νεώτερου ελληνικού κράτους, παναπεί από το 1821 και δώθε (ας αφήσουμε το πλούσιο ιστορικό υλικό, απ’ τον Θουκυδίδη –και πριν απ- αυτόν- μέχρι σήμερα). Αρκεί να θυμίσουμε πως το πρώτο (και δεύτερο) δάνειο που είχε πάρει το ελληνικό κράτος, κάπου εκεί στα μισά της δεκαετίας του 1820, ξεκοκαλίστηκε πρώτα από τους πολιτικούς ταγούς της εποχής (και τους τότε ημέτερους) ενώ ένα μέρος τους χρηματοδότησε και τις τότε εμφύλιες διαμάχες, και στο δημόσιο ταμείο, μόλις μετά βίας έφτασε το κουκούτσι που κι αυτό δεν έφτανε ούτε για «ζήτω». Έκτοτε, πάντα με εξαιρέσεις, ίσαμε τη «βοήθεια» Μάρσαλ και τα κοινοτικά κονδύλια τις τελευταίες δεκαετίες, τα χρήματα μεταξύ χρηματοδότη και δημόσιας κάσας, συχνά, (τι συχνά δηλαδή, τέλος πάντων…) είτε με «μυστηριώδη» αλλά διόλου ανεξήγητο τρόπο απομειώνονται, είτε φτάνουν σε άλλους προορισμούς –κατά πως λέει ο λαός σε τσέπες των γνωστών άγνωστων λίγων : έχει και η λαμογιά τους κουκουλοφόρους της. Ποιος τα καταγγέλλει αυτά; Μα το ίδιο το πολιτικό σύστημα, οι ίδιοι οι πολιτικοί! (Σατίριζε ο Αλ. Σούτσος στην εποχή του : «Ηξεύρετε τι έγιναν η λίραις της Αγγλίας; / Ταις έφαγαν οι Δυνατοί της δυστυχούς Γραικίας. / ταις χώνευσαν οι Γραμματείς, και όλ’ οι αρχηγοί σας / και τώρα έμεινε γυμνό το δύστυχο κορμί σας.»

Κουρασμένος απ’ τις κοκορομαχίες τους στη τηλεόραση, ρίχνω μια ματιά σ’ ένα βιβλίο που πήρα απ’ τη βιβλιοθήκη μου. Γράφει ο συγγραφέας, αναφερόμενος στη κρίση της «χώρας» του : «…Άλλαξαν μάλιστα και τη συνηθισμένη σημασία των λέξεων για τις πράξεις των ανθρώπων, όπως τους βόλευε. …η προνοητική διστακτικότητα ονομάστηκε εύσχημη δειλία, …και η σωφροσύνη στο κάθε τι αδράνεια για το κάθε τι… Ο οξύθυμος και ο υβριστής ήταν άξιοι εμπιστοσύνης, ενώ όποιος του έφερνε αντιρρήσεις γινόταν ύποπτος. Όποιος σοφιζόταν πετυχημένη τυχόν ραδιουργία, θεωρούνταν έξυπνος άνθρωπος, αλλά όποιος την προέβλεπε εγκαίρως, ακόμη πιο έξυπνος. Εκείνος όμως που προνοούσε ώστε να μη χρειαστούν καθόλου αυτά, θεωρούνταν διασπαστικό στοιχείο και υπερβολικά φοβισμένος από τους αντιπάλους. Γενικά, εκείνος που προλάβαινε να κάνει πρώτος κακό στον άλλον, κρινόταν άξιος επαίνου, καθώς και εκείνος που παρακινούσε στο κακό άλλον που δεν είχε σκεφθεί να το κάνει. Ακόμα και ο συγγενικός δεσμός είχε φτάσει να θεωρείται λιγότερο στενός από τον παραταξιακό, επειδή μέσα στην κομματική παράταξη ήταν πιο πρόθυμοι να ριχτούν στον κίνδυνο· γιατί αυτές οι παρατάξεις δεν είχαν συγκροτηθεί για να επιδιώξουν ωφέλεια σεβόμενες τις αρχές του δικαίου που ίσχυαν, αλλά για να αποκτήσουν περισσότερα οφέλη παραβιάζοντας τους καθιερωμένους νόμους… Άλλωστε οι πιο πολλοί άνθρωποι προτιμούν να λέγονται έξυπνοι όταν είναι κακούργοι, παρά να λέγονται αφελείς όταν είναι τίμιοι, πράγμα για το οποίο ντρέπονται, ενώ για το πρώτο κομπάζουν. Αιτία για όλα αυτά είναι η δίψα για εξουσία, που προέρχεται από την πλεονεξία και τη φιλοδοξία… Γιατί οι αρχηγοί των παρατάξεων στις διάφορες πόλεις, χρησιμοποιώντας ωραία συνθήματα… μόνο στα λόγια υπηρετούσαν τα κοινά, ενώ στην πραγματικότητα τα θεωρούσαν ως βραβείο που τους ανήκε…» Καλά τα λέει. Σκέφτηκα. Α, ξέχασα να κάνω την επιβεβλημένη παραπομπή για το παραπάνω απόσπασμα : είναι ο Θουκυδίδης (Ιστορίαι, Βιβλίο Γ, 82)

Έδωσε ο Θεός και τέλειωσε το μαρτύριο της κοκορομαχίας. Λίγο μετά, πέφτω πάνω σε μια ελληνική ταινία (Φωνάζει ο κλέφτης του Δημήτρη Ψαθά). Επιτέλους, λίγη ποιότητα… Είχε ήδη αρχίσει από ώρα, μα στέκομαι τυχερός. Είναι η στιγμή, που η Βλαχοπούλου παραδίδει μαθήματα καπατσοσύνης στον Ηλιόπουλο, που δεν εννοεί να κάνει τα στραβά μάτια σε απάτες και να καταλάβει πώς δουλεύει το σύστημα. Του λέει η Βλαχοπούλου τι εστί κομπίνα : Κομπίνα –λέει- θα πει πολιτική. Να μαλακώσεις εσύ, να μαλακώσει ο άλλος, να τα βολέψουμε. Να τα μπουρδουκλώσουμε. Βρε παιδάκι μου, μαλάκωσε λιγάκι τις ιδέες σου, κράτα λιγάκι πισινή. Δεν ξέρεις τι θα πει πισινή; Πισινή θα πει διπλωματία. Όλοι οι έξυπνοι άνθρωποι σήμερα κρατάνε πισινή. Τελείωσε, πάρτο απόφαση. Είναι η εποχή των πισινών.

Να μια καλή αρχή σκέφτηκα για να εξετάσεις τη σημερινή κρίση. Όχι τη κρίση των αριθμών, μα την αληθινή κρίση. Και η αληθινή κρίση δεν είναι οικονομική. Είναι πολιτική. Τούτος είναι ο Άτλαντας που κρατά στέρεα στους ώμους του όλες τις άλλες κρίσεις : οικονομική, κοινωνική, κ.λπ. Δεν ξέρω πόσο έχουν ή όχι δίκαιο, δεν ξέρω αν όσα ο καθένας καταλογίζει στους άλλους είναι όλα όσα γνωρίζει ή μέρος μόνο αυτών που γνωρίζει, (πάντως όλοι παραδέχονται πως ο αθροιστικά μέχρι τώρα αποκαλυφθείς βόρβορος δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου), ξέρω όμως πολύ καλά, πως εδώ κάτω στη βάση, σε όλους εμάς που δεν κατοικοεδρεύουμε στη «μικρή πλατεία» (για να θυμηθούμε και τον Κώστα Χατζή), οσμιζόμαστε πως «κάτι το πολύ σάπιο υπάρχει στο βασίλειο των ενδόξων προγόνων μας». Οι μόνοι που είναι ευχαριστημένοι (και αισιόδοξοι!) είναι όσοι την κάθε φορά έχουν την ευθύνη διακυβέρνησης των πραγμάτων –αυτοί οι ίδιοι παρευθύς παύουν να είναι αισιόδοξοι όταν χάνουν την εξουσία κι έρχονται να ενωθούν με την μεγάλη μάζα των απαισιόδοξων, ενώ τη θέση τους καταλαμβάνουν τώρα οι νέοι ένοικοι των θώκων. Όλοι αυτοί, και για όσο καιρό θα έχουν στα χέρια τους τα κλειδιά (και τις κουτάλες θα πουν οι κακεντρεχείς) της εξουσίας, θα είναι γενικώς ευχαριστημένοι από τον εαυτό τους, και δυσαρεστημένοι από τους άλλους. Αν μάλιστα ήταν και αρκετά θαρραλέοι, κάποιοι απ’ αυτούς ίσως και να θεωρούσαν εαυτούς δυστυχείς που έχουν να κάνουν «μ’ έναν τέτοιο» λαό. Αν είχαν ας πούμε την τύχη να ηγούνται των Σουηδών, των Ελβετών, των Ολλανδών, των Ισπανών έστω, τότε να βλέπαμε τι θα μπορούσανε να πετύχουν! (Ο Θεόφιλος, το alter ego μου, μου ψιθυρίζει στ’ αυτί, όπως πάντα κακόπιστος, πως αν όλοι αυτοί ήταν στις παραπάνω χώρες, ίσως να μην ήτανε ούτε κοινοτάρχες σε κάποιο χωριό – όπως πάντα , υπερβολικός τούτος ο άνθρωπος!) Ούτως ή άλλως πάντως, τούτοι οι μάνατζερ της μετριότητας, που όμως αποτελούν και τη πλειοψηφία στις διοικήσεις των οργανισμών –και του κράτους-, τούτη τη συνήθεια την έχουν. Κλέβουν κάθε επιτυχία των «παρακάτω» και φορτώνουν κάθε αποτυχία –συνηθέστατα τις δικές τους αποτυχίες- επίσης στους «παρακάτω». Δεν είναι ο κανόνας, μα το αντίθετο τείνει να γίνει η εξαίρεση.

Για να μην υπάρξουν παρεξηγήσεις, διευκρινίζω, ότι δεν αναφέρομαι στις νυν πολιτικές ηγεσίες : οι παρατηρήσεις μου έχουν ένα ιστορικό χαρακτήρα. Αναφέρονται γενικώς –ιστορικά μιλώντας- στις πολιτικές ηγεσίες τούτου του τόπου. Θα ήμουν όμως και υποκριτής αν έλεγα ότι θεωρώ τις παρούσες πολιτικές ηγεσίες και το παρόν πολιτικό σύστημα γενικότερα απαλλαγμένο των παλαιών αμαρτημάτων. Ούτως ή άλλως, μιας και ποτέ οι όποιες αρνητικές αναφορές δεν αφορούν όλους, είναι σαφές ότι αναφέρομαι εδώ, σε όσους αφορούν οι παρατηρήσεις αυτές. Οι λοιποί, (το γνωρίζουν ποιοι είναι –το ελπίζω δηλαδή) εξαιρούνται…

Και αντί άλλου επιλόγου ας κλείσω με κάποιες στροφές απ’ ένα τραγούδι (ποίηση Κώστας Τριπολίτης) που ακούω τούτη τη στιγμή απ’ την εξαίσια φωνή του Γιώργου Νταλάρα. «Έβγαλε βρώμα η Ιστορία ότι ξοφλήσαμε / είμαστε λέει το παρατράγουδο στα ωραία άσματα…/ Μας κάνουν χάρη που μας ανέχονται και που γελάσαμε/… » (από το : Ανεμολόγιο…).

Έρρωσθε…



1 σχόλιο:

  1. (να αναφέρεις και τις πηγές από που αντέγραψες τα άρθρα που δημοσιεύεις. η αντιγραφή δεν είναι κακό ούτε ντροπή. η αποσιώπηση όμως του δημιουργού είναι.)

    ΑπάντησηΔιαγραφή