Της Έφης Καραγεώργου
Στο ίδιο έργο θεατές και πάλι οι Έλληνες αποταμιευτές, που «βλέπουν» ξανά αρνητικά επιτόκια καταθέσεων.
Το ευχάριστο διάλειμμα του τελευταίου χρόνου, με αποδόσεις σημαντικά υψηλότερες από τον πληθωρισμό, έλαβε τέλος.
Σήμερα τα επιτόκια στις καταθέσεις Ταμιευτηρίου επέστρεψαν στο 0,15% με 0,20% για ποσά από 0-15.000 ευρώ, ενώ για καταθέσεις 200.000 ευρώ και πάνω το επιτόκιο σπάνια ξεπερνά το 1%.
Και αυτές οι αποδόσεις είναι μικτές, διότι αν αφαιρεθεί ο φόρος των καταθέσεων που είναι 10% σήμερα, το 1% επιτόκιο γίνεται 0,9%.
Και φυσικά υπάρχει και ο πληθωρισμός που είναι μεν χαμηλός -για πρώτη φορά στο 1% τον Απρίλιο- ωστόσο δεν παύει να είναι έστω και οριακά υψηλότερος από το μέσο επιτόκιο κατάθεσης.
Ίδια γεύση και στα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων. Μέχρι τον Ιανουάριο οι τράπεζες πρόσφεραν επιτόκια ακόμα και 6,5%, σήμερα το επιτόκιο προθεσμίας έχει υποχωρήσει στο 2,5%, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπερβαίνει το 2%.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι μεγάλες τράπεζες προσφέρουν επιτόκια στις τρίμηνες προθεσμιακές καταθέσεις –και για ποσά 50.000 ευρώ-από 0,8% μέχρι 2,10%.
Στις μικρότερες τράπεζες το επιτόκιο για το ίδιο ποσό και διάρκεια μπορεί να φτάσει και το 2,85%.
Το πλήγμα είναι διπλό: αφού ως καταθέτες όχι μόνο δεν έχουν αποδόσεις αλλά αντίθετα χάνουν και από το αρχικό κεφάλαιο, ενώ ως δανειολήπτες καλούνται να πληρώσουν υψηλότερα επιτόκια σε στεγαστικά, καταναλωτικά αλλά και επιχειρηματικά δάνεια, καθώς λόγω της διεθνούς κρίσης τα επιτόκια δανεισμού αν και έχουν μειωθεί, ωστόσο παραμένουν σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με το 2007.
Πληρώνουν και έξοδα
Όμως εκτός από τα αρνητικά επιτόκια οι λογαριασμοί καταθέσεων εξακολουθούν να επιβαρύνονται με σειρά χρεώσεων, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις που απαγορεύουν την εξόδων κίνησης.
Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από την ιστοσελίδα της Τράπεζας Ελλάδος, όπου αναφέρονται όλα τα επιτόκια όπως και τα έξοδα και οι προμήθειες σε χορηγήσεις και καταθέσεις, οι τράπεζες συνεχίζουν να εισπράττουν έξοδα.
Για παράδειγμα υπάρχουν τράπεζες που χρεώνουν με 1 ευρώ την κάθε επιπλέον κίνηση στο γκισέ (αν ο δικαιούχος υπερβεί το όριο που θέτει η κάθε τράπεζα, συνήθως 4 συναλλαγές το μήνα).
Αλλά και η ανάληψη μετρητών από ΑΤΜ, με χρέωση του αποταμιευτικού λογαριασμού επίσης χρεώνεται αν γίνει από δίκτυο άλλης τράπεζας από 1 μέχρι 3,5 ευρώ.
Η ερώτηση υπολοίπου (μέσω ΑΤΜ άλλων τραπεζών) χρεώνεται συνήθως από 0,15 μέχρι 0,5 ευρώ.
Εδώ δηλαδή συμβαίνει το εξής παράλογο:
Έστω ότι κάποιος έχει κατάθεση 10.000 ευρώ. Ο καθαρός τόκος που θα πάρει στο χρόνο είναι 13,5 με 14 ευρώ.
Αν ο καταναλωτής αυτός κάνει μία ανάληψη το μήνα -από ΑΤΜ άλλης τράπεζας απ΄ αυτήν που τηρεί το λογαριασμό του-, τότε θα χρεωθεί με 18 ευρώ (για 12 αναλήψεις).
Δηλαδή θα πληρώσει ως έξοδα στο σύστημα περισσότερα από αυτά που θα εισπράξει ως καθαρό τόκο.
Καραμανλής: Αντώνη σε… έφαγε η έντονη κριτική
Πριν από 13 ώρες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου