Εφιαλτικές μέρες κοινωνικά και πολιτικά φασιστικού παραληρήματος ζουν αυτήν την εποχή οι ΗΠΑ. Με μεθόδους διαστρέβλωσης της πραγματικότητας που θα τις ζήλευε και ο Γκέμπελς, ο υπουργός Προπαγάνδας του Χίτλερ, η αδίστακτη βιομηχανία της υγείας που απομυζά κάθε χρόνο το 17% (!) του αμερικανικού ΑΕΠ έχει εξαπολύσει μια ανελέητη δυσφημιστική εκστρατεία εναντίον του σχεδίου του Μπαράκ Ομπάμα να ασφαλίσει σε κρατικό φορέα τα 46 εκατομμύρια (!) Αμερικανών πολιτών που στερούνται παντελώς ασφάλισης και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και τα ακόμη 25 εκατομμύρια Αμερικανών που έχουν μόνο μερική, υποτυπώδη περίθαλψη.
Λυσσασμένη είναι η προσπάθεια των εταιρειών υγείας και των ασφαλιστικών εταιρειών, όπως και της φαρμακοβιομηχανίας, να αποτρέψουν την ίδρυση αμερικανικού Εθνικού Συστήματος Υγείας, όπως έχουν εδώ και δεκαετίες όλες οι πολιτισμένες χώρες του κόσμου.
Χρηματοδοτούν με ενάμισι εκατομμύριο δολάρια την ημέρα συμμορίες «διαμαρτυρόμενων πολιτών», ακροδεξιών Ρεπουμπλικάνων σχεδόν στο σύνολό τους, για να οργανώνουν οργισμένες συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας κατά του σχεδίου του Ομπάμα. Οργιάζουν φυσικά και οι εξαγορασμένοι πολιτικοί και παράγοντες των ΜΜΕ. «Σε τι διαφέρει το Δημοκρατικό Κόμμα των ΗΠΑ από το Ναζιστικό Κόμμα;
Η κυβέρνηση Ομπάμα, με την πολιτική της στο θέμα της υγείας, έχει ταυτιστεί με τον ναζισμό και τον σοσιαλισμό!» ωρυόταν ο ραδιοφωνικός «αστέρας» Ρας Λίμπο, τον οποίον το γερμανικό περιοδικό «Σπίγκελ» περιγράφει ως «πρώην "χαπάκια" που έγινε εκατομμυριούχος με τις αδιάκοπες επιθέσεις του εναντίον οποιουδήποτε αριστερού και φιλελεύθερου».
Ο Μπαράκ Ομπάμα προσπαθεί να αμυνθεί: «Κάθε φορά που φτάνουμε στο σημείο να περάσουμε την ασφαλιστική μεταρρύθμιση, τα συμφέροντα την πολεμούν παντοιοτρόπως. Χρησιμοποιούν την επιρροή τους και τους πολιτικούς συμμάχους τους για να εκφοβίσουν και να παραπλανήσουν τους Αμερικανούς πολίτες. Εξαπολύουν δυσφημιστικές εκστρατείες. Αυτό κάνουν πάντα. Εμείς όμως δεν θα τους επιτρέψουμε να το ξανακάνουν. Οχι αυτή τη φορά!» δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος μιλώντας στο Πόρτσμουθ του Νιου Χαμσάιρ.
Στον χορό μπήκε αποφασιστικά και η ακροδεξιά Σάρα Πέιλιν, η πολιτικά αποκρουστική αποτυχημένη υποψήφια αντιπρόεδρος των Ρεπουμπλικάνων, η οποία κατηγόρησε τον Ομπάμα ότι θέλει να δημιουργήσει... «επιτροπές θανάτου (!)» που θα αποφασίζουν ποιοι γέροι θα πεθαίνουν, κόβοντάς τους τα φάρμακα και την περίθαλψη από το ΕΣΥ!
«Η Αμερική που εγώ γνωρίζω και αγαπώ δεν είναι εκείνη στην οποία οι γονείς μου ή το καθυστερημένο μωρό μου θα είναι υποχρεωμένοι να εμφανιστούν ενώπιον των επιτροπών θανάτου του Ομπάμα, ώστε να αποφασίσουν οι γραφειοκράτες αν αξίζουν ιατρικής φροντίδας» δήλωσε η Πέιλιν.
Το αβυσσαλέα χαμηλό πολιτικό και πολιτιστικό επίπεδο των Αμερικανών επιτρέπει μια τόσο πρωτόγονη προπαγάνδα να βρίσκει γόνιμο έδαφος σε πλατιά στρώματα του πληθυσμού, που δεν θέλουν να πληρώνει το κράτος για την ασφάλιση των φτωχών.
Το οικονομικό διακύβευμα για τις εταιρείες της υγείας είναι τεράστιο, από την άλλη πλευρά. Μόνο το 2008 οι επιχειρήσεις αυτές εισέπραξαν 2,4 τρισεκατομμύρια δολάρια, που υπολογίζεται ότι θα φτάσουν τα 4,3 τρισεκατομμύρια το 2017, αν δεν αλλάξει τίποτα. Τα ασφάλιστρα έχουν υπερδιπλασιαστεί στις ΗΠΑ την τελευταία δεκαετία, ενώ στο ίδιο διάστημα έχουν αυξηθεί κατά 32% και οι πρόσθετες πληρωμές των ασφαλισμένων.
Αντιθέτως, το πρόγραμμα του Ομπάμα που αφορά το ένα τέταρτο του πληθυσμού των ΗΠΑ προβλέπει δαπάνη μόνο 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων για μια ολόκληρη δεκαετία, απειλώντας να συρρικνώσει δραστικά τα κέρδη των επιχειρήσεων του κλάδου της υγείας.
ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΜΕΧΡΙΣ ΕΣΧΑΤΩΝ
Ποιος κυβερνάει την Αμερική;
Θα περάσει άραγε η ασφαλιστική μεταρρύθμιση του Ομπάμα; Μακάρι, αλλά είναι πολύ δύσκολο.
Το αποπειράθηκε και ο Μπιλ Κλίντον στην αρχή της οκταετούς θητείας του, αλλά απέτυχε παταγωδώς, παρ όλο που είχε αναλάβει το έργο αυτό η Χίλαρι Κλίντον. Την «κομμάτιασαν» πολιτικά οι εταιρείες υγείας.
Πολύ σωστά βάζει το γερμανικό περιοδικό «Σπίγκελ» το θέμα, αναφορικά με τη σύγκρουση αυτή. «Στην πραγματικότητα τίθεται πάλι το ζήτημα της εξουσίας: Ποιος έχει τον τελευταίο λόγο στη χώρα; Ποιος κυβερνάει την Αμερική;» αναρωτιέται.
Γράφει ο Γιώργος Δελαστίκ
Το 2030, κυρ-Στέφανε, θα το γλεντήσουμε…
Πριν από 5 ώρες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου