ο να επιχειρήσει κανείς να «γράψει» για την Β’ Πανελλαδική συνιστά εγχείρημα αρκετά αντιφατικό. Από τη μια πρόκειται για μια βραχύβια χρονικά οργάνωση, από την άλλη για μια οργάνωση που η ιδεολογικο-πολιτική της επίδραση υπήρξε αρκετά σημαντική, ακόμα και μετά την αυτοδιάλυσή της. Το κείμενο που ακολουθεί δεν έχει σκοπό προφανώς να αποτελέσει την ολοκληρωμένη ιστορία της οργάνωσης. Αποτελεί ωστόσο το πρώτο, εξ’όσων γνωρίζω, κείμενο που αναφέρεται στην ιστορία της, και ως προς αυτό έχει το προνόμιο να «προκαλεί» για μια συστηματικότερη και εξαντλητικότερη ανάλυση της εποχής.
Η προϊστορία της γέννησης
Η Ελληνική Κομμουνιστική Νεολαία «Ρήγας Φεραίος» αποτελεί συνέχεια της αντιδικτατορικής οργάνωσης «Ρήγας Φεραίος». Η τελευταία, οργάνωση της ανεξάρτητης αριστεράς, συμβάδισε ιδεολογικο-πολιτικά με το αίτημα της βαθειάς τομής στη λειτουργία και φυσιογνωμία του ΚΚΕ, όπως εκφράστηκε με τη διάσπαση του 1968 και τη δημιουργία του ΚΚΕ εσωτερικού.
Η μεταπολίτευση βρήκε την οργάνωση του Ρήγα και τους «Ρηγάδες - Ρηγίτισες» (σύμφωνα με το πολιτικό λεξιλόγιο της εποχής) να απολαμβάνουν τεράστιου κύρους στο χώρο της νεολαίας. Ετσι, παρά το γεγονός ότι στο ΚΚΕ εσωτερικού είχε ήδη διαμορφωθεί μια «δεξιά – ρεφορμιστική» πλειοψηφία, ο Ρήγας μαζικοποιήθηκε και δέχτηκε στις γραμμές του μεγάλο μέρος της νεολαίας της εποχής. Η οργάνωση μετονομάστηκε το 1974 σε Πανελλήνια Οργάνωση Νέων Ρήγας Φεραίος (ΠΟΝ Ρήγας Φεραίος).
Η λανθάνουσα αντίθεση κόμματος και Ρήγα θα αποτελεί σχεδόν παγιωμένη κατάσταση στο χώρο. Ηδη από το 1974 θα διατυπώνονται από το Ρήγα οι περισσότερο αντιπολιτευτικές προς την ηγεσία του κόμματος φωνές. Ας μη ξεχνάμε προφανώς και τις συνθήκες της εποχής: βρισκόμαστε μόλις 6 χρόνια από το Μάη του ’68 και ένα-δύο χρόνια από το Πολυτεχνείο του ‘73.
Το 1976 στην Α’Πανελλαδική Συνδιάσκεψη η αντίθεση των δύο γραμμών θα εκφραστεί με το περίφημο δίλημμα «ΠΟΝ ή ΚΟΝ», δηλαδή Πανελλήνια Οργάνωση Νεολαίας ή Κομμουνιστική Οργάνωση Νεολαίας. Η ριζοσπαστική τάση του Ρήγα θεωρούσε αναγκαία τη μετονομασία της οργάνωσης σε «κομμουνιστική», αναφερόμενη στη λενινιστική θεωρία της «οργάνωσης – πρωτοπορία». Η γραμμή της ηγεσίας του κόμματος και των προσκείμενων σε αυτήν νεολαίων θεωρούσε, αντίθετα, ότι η «αποϊδεολογικοποιημένη» ονομασία μπορούσε να συσπειρώσει πλατύτερα στρώματα νεολαίων. Στην ουσία, το ζήτημα του ονόματος αντανακλούσε τη σύγκρουση μιας ρεφορμιστικής γραμμής που ήθελε το κόμμα να απευθύνεται στο «εθνικό ακροατήριο» και μιας γραμμής που ήθελε να παρέμβει στα κινήματα της νεολαίας με σαφείς ιδεολογικο-πολιτικές αναφορές. Η Α’Πανελλαδική Συνδιάσκεψη θα ψηφίσει με μεγάλη πλειοψηφία τη μετονομασία της οργάνωσης σε «Κομμουνιστική» και έτσι δημιουργείται η μεταπολιτευτική ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος.
Η αντίθεση νεολαίας – κόμματος θα κορυφωθεί μετά το εκλογικό αποτέλεσμα του 1977, όταν η «Συμμαχία» (εκλογικό σχήμα που είχε συγκροτήσει το ΚΚΕ εσωτερικού) θα υποστεί μια απρόσμενη για τις τότε εκτιμήσεις εκλογική συντριβή, καταγράφοντας ποσοστό 2.7%. Η αποτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος που ξεκινά την επομένη των εκλογών σε όλες τις οργανώσεις του κόμματος και του Ρήγα καταγράφει τις διαφωνίες, τόσο στα ζητήματα πολιτικής γραμμής και στρατηγικής όσο και στα ζητήματα φυσιογνωμίας του κόμματος. Η κριτική που αναπτύσσεται ιδιαίτερα στην Επιτροπή Πόλης Αθήνας του Ρήγα είναι σκληρή και η κομματική καθοδήγηση απαντά με καθαίρεση έξι στελεχών της, διοικητική αποκοπή τους από το Ρήγα και μεταφορά τους σε διάφορες οργανώσεις του κόμματος. Η Επιτροπή Πόλης αρνείται να δεχτεί την καθαίρεση των έξι στελεχών και δεν υλοποιεί την απόφαση του κόμματος. Στη σύγκρουση τοποθετείται το σύνολο των οργανώσεων του Ρήγα σε όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Η συγκρότηση της Β’ Πανελλαδικής
Η ληξιαρχική πράξη γέννησης της νέας οργάνωσης υπογράφεται τον Απρίλιο του 1978, όταν και συγκαλείται σε μεγάλο κινηματοθέατρο του Νέου Κόσμου η Β’ Πανελλαδική Συνδιάσκεψη της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος. Με τη Συνδιάσκεψη αυτή επικυρώνεται η πορεία αποκοπής της πλειοψηφίας της οργάνωσης από το κόμμα, αφού η επίσημη κομματική καθοδήγηση δεν αναγνώρισε τη σύγκληση της Συνδιάσκεψης και διέγραψε αυτομάτως τα μέλη που συμμετείχαν στις διαδικασίες της.
Η διάσπαση δεν αποτελεί μια στιγμιαία κατάσταση. Είναι μια διαδικασία που ξεκινά τον Νοέμβριο του 1977 – αμέσως μετά τις Εκλογές της 20ης Νοεμβρίου – και φτάνει μέχρι τον Απρίλιο του 1978 όταν και συγκαλείται η τετραήμερη Συνδιάσκεψη. Στους πέντε μήνες που μεσολάβησαν υπήρξαν συνεχείς Ολομέλειες των οργανώσεων και των οργάνων του Ρήγα, πολλές φορές μάλιστα και κοινές συνεδριάσεις με τις κομματικές οργανώσεις και τα αντίστοιχα όργανα του κόμματος. Η σύγκληση της Β’ Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης υπήρξε δηλαδή η κορύφωση μιας πολύμηνης εσωκομματικής διαδικασίας, που περιελάμβανε κείμενα διαλόγου, συγκρούσεις, προσπάθειες εξομάλυνσης της κρίσης, κ.οκ.
Στη Β’ Πανελλαδική θα προσχωρήσει περίπου το 70% της ενιαίας οργάνωσης του Ρήγα. Ακριβής αριθμός για τα μέλη δεν υπάρχει. Γνωρίζουμε ωστόσο ότι τα μέλη του ενιαίου Ρήγα ανέρχονταν το Μάιο του 1977 σε περίπου 3.500 – 4.000 και υπολογίζεται ότι έφτασαν το Νοέμβριο του ίδιου χρόνου σε 4.500 – 5.000 μετά και την καμπάνια για την «Ψήφο στα 18». Η Β’ Πανελλαδική θα κυριαρχήσει συντριπτικά στις μαζικότερες οργανώσεις του μεταπολιτευτικού Ρήγα, δηλαδή στη Σπουδάζουσα Αθήνας και στη Μαθητική Οργάνωση Αθήνας. Θα κερδίσει την πλειοψηφία των επίσης μαζικών οργανώσεων των συνοικιών της Αθήνας και της Σπουδάζουσας Θεσσαλονίκης και θα αποσπάσει το σύνολο των μικρότερων αριθμητικά οργανώσεων της Σπουδάζουσας Πάτρας, Ιωαννίνων και Ξάνθης, καθώς και των οργανώσεων των Εργαζομένων και των Καλλιτεχνών. Με τη Β’Πανελλαδική θα συνταχθεί επίσης η πλειοψηφία των οργανώσεων του Ρήγα στο Παρίσι, στη Γένοβα, στο Τορίνο, στη Χαϊδελβέργη και στη Ρουμανία. Αντίθετα, δεν θα υπάρξει μεγάλη προσχώρηση από τις (μικρές αριθμητικά) οργανώσεις της Επαρχίας και των ΚΑΤΕΕ. Τη Β’ Πανελλαδική ακολούθησαν και περίπου 300 κομματικά μέλη του ΚΚΕ εσ. σε όλη την Ελλάδα, που ωστόσο παρά τις αρχικές προσπάθειες δεν έγινε δυνατόν να συγκροτηθούν οργανωτικά.
Με τη διάσπαση του Ρήγα το 1978 κλείνει ένας μεγάλος κύκλος για το ΚΚΕ εσ. Η γενιά του Πολυτεχνείου, αλλά κυρίως η γενιά του μεταπολιτευτικού Ρήγα διαλέγει το δρόμο της πολιτικής αυτονόμησης. Η νεολαία του ΚΚΕεσ από κει και πέρα θα ανασυγκροτηθεί σχεδόν εκ του μηδενός.
Μια «νεολαία – κόμμα» ή ένα «κόμμα νεολαίας»
Από το Μάιο του 1978 η Β’ Πανελλαδική αρχίζει να λειτουργεί ως αυτόνομος πολιτικός οργανισμός. Η (ιστορική και αναγκαστική) πρωτοτυπία της έγκειται στο γεγονός ότι αποτελεί μια νεολαιίστικη οργάνωση χωρίς κομματικό φορέα, ή αντίστροφα, ένα «κόμμα» που έχει μόνο νεολαία και εξ’αυτού του λόγου παρουσία αποκλειστικά σχεδόν στον εκπαιδευτικό μηχανισμό. Η Β’ Πανελλαδική αποτελείται κατά 95% από φοιτητές και μαθητές. Ακόμα και οι οργανώσεις των συνοικιών αποτελούνται κυρίως από φοιτητές και λιγότερο από εργαζόμενους.
Η πρώτη περίοδος της Β’ Πανελλαδικής εκτείνεται από το Μάιο 1978 έως τον Ιούλιος 1979. Πρόκειται για περίοδο συντήρησης της οργάνωσης, ανίχνευσης προϋποθέσεων για ευρύτερες ιδεολογικο-πολιτικές συγκλίσεις (αρχίζει ένας κύκλος επαφών με την ΕΔΑ του Μ. Γλέζου, τη Σοσιαλιστική Πορεία και την ομάδα του περιοδικού «Πολίτης») και παρέμβασης στο φοιτητικό κίνημα ενάντια στην πολιτική του ν.815 που είχε ήδη από το καλοκαίρι του 1978 εισάγει η κυβέρνηση Καραμανλή. Η κυκλοφορία του επίσημου περιοδικού της οργάνωσης «Αγώνας για την Κομμουνιστική Ανανέωση» αναδεικνύεται σε ισχυρό πόλο θεωρητικής παραγωγής και πολιτικής παρέμβασης. Στο κοινωνικό πεδίο η περίοδος εκείνη χαρακτηρίζεται από τις μαζικές φοιτητικές συνελεύσεις που στην ουσία προετοιμάζουν το κλίμα για το «θερμό χειμώνα» του 1979. Η Β’ Πανελλαδική με τη μαζική της παρουσία στις φοιτητικές συνελεύσεις έχει λειτουργήσει ως καταλύτης στην ανατροπή του συσχετισμού δυνάμεων μεταξύ του «καθεστωτικού μπλοκ» ΠΣΚ – ΠΑΣΠ και των ριζοσπαστικών δυνάμεων, υπέρ των δεύτερων.
Η δεύτερη περίοδος εκτείνεται από τον Σεπτέμβριο 1979 έως τον Νοέμβριο 1980. Στην ουσία αρχίζει με το κίνημα των καταλήψεων και φτάνει μέχρι την οριακή στιγμή της πορείας του Πολυτεχνείου 1980. Οι καταλήψεις του 1979 αποτελούν ίσως τη σημαντικότερη «πολιτική στιγμή» της Β’ Πανελλαδικής. Η ύπαρξη ενός νέου μαζικού πόλου μέσα στο φ.κ. αλλά και οι ιδεολογικές – θεωρητικές παρεμβάσεις του, πυροδοτούν μια έκρηξη κινημάτων, ρευμάτων και τάσεων. Η σχέση της Β’ Πανελλαδικής με τα ρεύματα αυτά είναι μια σχέση παράλληλης συμπόρευσης και αμφίδρομης αναφοράς. Τη στιγμή που οι οργανώσεις της παραδοσιακής «άκρας αριστεράς» (ΑΑΣΠΕ και ΠΠΣΠ) συρρικνώνονται ή διαλύονται και τα μέλη τους απορροφώνται μέσα στις κινηματικές διεργασίες, η Β’ Πανελλαδική μαζικοποιείται, αλλά κυρίως αποκτά ένα πολύ πιο διευρυμένο κοινωνικό ακροατήριο. Είναι η στιγμή που αποφασίζεται η συγκρότηση των πλατειών κινηματικών συσπειρώσεων ανά Σχολή (πρόδρομα σχήματα των μετέπειτα Αριστερών Συσπειρώσεων), που στις φοιτητικές εκλογές του 1980, καταγράφουν τεράστια άνοδο και απειλούν την ηγεμονία της ΠΣΚ και της ΠΑΣΠ. Η Β’ Πανελλαδική προχωρά με τον ίδιο τρόπο στη συγκρότηση μαζικών κινηματικών σχημάτων και στις γειτονιές της Αθήνας και εκδίδει την εφημερίδα ΤΑ ΑΥΘΑΙΡΕΤΑ. Η δυναμική της εποχής όμως έχει τα όριά της. Ο χώρος της ριζοσπαστικής αριστεράς που έχει δημιουργηθεί δεν θα καταφέρει να υπερβεί τη νεολαιίστικη φυσιογνωμία του και η σύγκρουση στην πορεία του Πολυτεχνείου το 1980 με την κυβέρνηση Ράλλη και τα ΜΑΤ θα τον βρεί χωρίς ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες.
Η τρίτη περίοδος της Β’ Πανελλαδικής αρχίζει τον Δεκέμβριο 1980 και φτάνει έως τον Οκτώβριο 1981. Πρόκειται για την περίοδο της κρίσης. Η δυναμική του φ.κ. έχει ανακοπεί, η προσπάθεια κοινωνικής διεύρυνσης και πολιτικών συμμαχιών έχει αποτύχει, τη ίδια στιγμή που το ΠΑΣΟΚ και η κοινωνική συμμαχία της Αλλαγής προελαύνουν στην εξουσία. Οι ιστορικές εκλογές του 1981 θα αποτελέσουν ταυτόχρονα το τέλος του κύκλου της Β’ Πανελλαδικής και, ταυτόχρονα, το κλείσιμο μιας πρώτης εμπειρίας της μεταπολιτευτικής ριζοσπαστικής αριστεράς.
Οι επιδράσεις και η κληρονομιά της Β’ Πανελλαδικής
Αποτελεί ένα ιστορικό ερώτημα το πώς μια οργάνωση βραχύβια (τρισήμιση ετών) άσκησε μεγάλη ιδεολογικο-πολιτική επιρροή κατά τα χρόνια της δράσης της και δημιούργησε αναμφίβολα ένα ιστορικό μύθο. Αν μπορούσε να διατυπωθεί μια συνοπτική απάντηση, θα ήταν ότι η Β’ Πανελλαδική επέδρασε στη ριζοσπαστικοποίηση (μέρους) της επίσημης αριστεράς και στην κοινωνικοποίηση της άκρας αριστεράς. Η παρουσία της εμβολίασε την αρχαϊκή και «υπερ-πολιτική» μέχρι τότε ελληνική αριστερά (σε όλες τις εκδοχές της) με τα νέα κοινωνικά κινήματα και τη λογική της αυθεντικής αυτονομίας τους, αλλά και με νέα (για την τότε ελληνική εποχή) ιδεολογικά και θεωρητικά ρεύματα. Η παρουσία της επενέργησε ως καταλύτης για την απελευθέρωση κοινωνικών δυνάμεων, τόσο από την παραδοσιακή αριστερά (ΚΚΕ) όσο και από την άκρα αριστερά, αλλά και για την εμφάνιση των λεγόμενων τότε «νέων κοινωνικών κινημάτων».
Από την άλλη μεριά δεν πρέπει κανείς να ξεχνά δύο σημαντικούς αντικειμενικούς παράγοντες που λειτούργησαν ανασταλτικά. Ο πρώτος είναι ανθρωπογεωγραφικός: η Β’ Πανελλαδική υπήρξε μια οργάνωση ανθρώπων ηλικίας κατά βάση από 16-25 ετών. Μια οργάνωση πολιτικοποιημένων και μορφωμένων νέων, χωρίς όμως οργανικές σχέσεις με τις λαϊκές μάζες και τους εργαζόμενους. Ο δεύτερος είναι ιστορικο-πολιτικός: η δράση της Β’ Πανελλαδικής συμπίπτει χρονικά με την περίοδο που επιλύεται η κρίση εκπροσώπησης των λαϊκών στρωμάτων υπέρ του ΠΑΣΟΚ και του προγράμματός του. Το ρεύμα της Αλλαγής είναι ιλιγγιώδες και σαρώνει στην πορεία του όλες τις αριστερές διαφορετικότητες.
Η Β’ Πανελλαδική αυτοδιαλύεται μετά τον Οκτώβριο του 1981, όταν και θα έχει – εν πολλοίς ασυναίσθητα - την ωριμότητα να κατανοήσει ότι όταν μια οργάνωση έχει εξαντλήσει τον όποιο ιστορικό ρόλο της αναλογεί, αν εξακολουθήσει να υπάρχει θα αναπαράγει μόνον τη γραφειοκρατία της.
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΒΕΝΑΡΔΑΚΗΣ
Ασκήσεις συσπείρωσης με «κωλοτούμπες» από τον Κυριάκο
Πριν από 3 ώρες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου