Δευτέρα 1 Ιουνίου 2009

Από τις ελίτ στους λαούς

Μέχρι στιγμής ούτε τα κόμματα ούτε ο κάθε υποψήφιος ξεχωριστά δεν προσπάθησαν να μας δώσουν μια συστηματική ιδέα για το τι Ευρώπη θέλουμε, για το τι τελικά ψηφίζουμε ή θα έπρεπε να ψηφίζουμε στις εκλογές της 7ης Ιουνίου. Το μόνο που ακούμε είναι γενικολογίες (π.χ. προώθηση των εθνικών συμφερόντων), ευχολόγια και αφόρητα βαρετές κοκορομαχίες. Δεν είναι λοιπόν περίεργο πως λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές δεν έχουμε ακόμη καμιά σοβαρή διαμάχη στο επίπεδο των ιδεών, των εναλλακτικών προγραμμάτων, των διαφορετικών στρατηγικών για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Με ελάχιστες εξαιρέσεις ούτε ακούσαμε κάτι για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για να γίνει η ΕΕ πιο δημοκρατική, πιο κοινωνικά προοδευτική, πιο οικολογικά υπεύθυνη, πιο ισχυρή στην παγκόσμια γεωπολιτική αρένα. Ο κοινός πολίτης/ψηφοφόρος δεν έχει ιδέα για τις διαφορές μεταξύ της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε θέματα όπως η Συμφωνία της Λισαβόνας, τα εμπόδια που η Συμφωνία του Μάαστριχτ και η περίφημη «δημοσιονομική πειθαρχία» δημιουργούν στις προσπάθειες αναθέρμανσης των ευρωπαϊκών οικονομιών, η ανάγκη καταπολέμησης της εγκληματικότητας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η μετανάστευση, η εκπαιδευτική πολιτική κτλ. Αντ΄ αυτού, έχουμε, για παράδειγμα, την αποπροσανατολιστική διαμάχη για το αν ο αρχηγός του ΠαΣοΚ, μιλώντας για «σοσιαλισμό ή βαρβαρότητα», εννοούσε πως οι νεοδημοκράτες είναι βάρβαροι. Αυτή η συζήτηση πήρε περισσότερο χρόνο στις ομιλίες διαφόρων βουλευτών από ό,τι ουσιαστικά προβλήματα όπως η ανάγκη καταπολέμησης της κρίσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
▅ Εμμονή στα πρόσωπα
Οσο για τα ΜΜΕ, και σε αυτόν τον χώρο η κυρίαρχη συζήτηση δεν αναφέρεται καν στα κύρια προβλήματα που υπογράμμισα πιο πάνω, προβλήματα που ο τρόπος της λύσης τους θα διαμορφώσει καθοριστικά τις τύχες της χώρας στα χρόνια που έρχονται. Για παράδειγμα, πριν από την ανακοίνωση της ευρωλίστας των δύο μεγάλων κομμάτων όλο το ενδιαφέρον εστιάστηκε στο ποιος θα ηγηθεί της λίστας, στην ατελείωτη φημολογία για το αν θα είναι πολιτικό πρόσωπο, ή όχι, στο αν θα είναι ο Α πολιτικός ή ο Β κτλ. Λες και αυτό είναι το μείζον διακύβευμα των εκλογών. Και βέβαια πέρα από την εμμονή στα πρόσωπα η άλλη κυρίαρχη ενασχόληση είναι με τις προβλέψεις των καθημερινών σχεδόν δημοσκοπήσεων με τις οποίες μάς βομβαρδίζουν από το πρωί έως αργά το βράδυ: πόσο αυξάνεται ή μειώνεται το ποσοστό του κάθε κόμματος, πόσο θα ανεβεί το ποσοστό της αποχής, κατά πόσον η αποχή θα σημαίνει αδιαφορία ή καταδίκη του κομματικού συστήματος στο σύνολό του, πόσο έχει προχωρήσει η συσπείρωση του κάθε κόμματος, κατά πόσον τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών θα είναι διαφορετικά από αυτά των βουλευτικών εκλογών κτλ. Και βέβαια η ακατάσχετη εκλογολογία δεν θα περιοριστεί στον μήνα πριν από τις εκλογές. Θα συνεχιστεί για έναν ακόμη χρόνο αν, όπως είναι το πιο πιθανό, οι βουλευτικές εκλογές προκληθούν με αφορμή την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Μετά τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών σίγουρα θα αρχίσει η εκστρατεία για τη βελτίωση των κομματικών επιδόσεων στις επόμενες εκλογές. Με αυτό τον τρόπο ο ουσιαστικός διάλογος γύρω από τα σοβαρά προβλήματα του τόπου και της ΕΕ εξαφανίζεται σε ένα πλαίσιο ασταμάτητης προεκλογικής φιέστας. ▅ Θεσμικές ρυθμίσεις
Και λίγα λόγια για το τι θα έπρεπε να ψηφίζουμε. Περνώντας από την εκλογολαγνεία στην ουσία των προβλημάτων νομίζω πως σε ό,τι αφορά τα εσωτερικά θέματα της ΕΕ το βασικό πρόβλημα σήμερα είναι με τι είδους θεσμικές ρυθμίσεις θα μπορέσουμε να περάσουμε από τη σημερινή, γραφειοκρατική Ευρώπη των ελίτ σε μια πιο δημοκρατική Ευρώπη των λαών. Τα κόμματα θα έπρεπε να μας πουν τη θέση που παίρνουν σε αυτό το πρόβλημα. Οχι γενικά και αόριστα, αλλά συγκεκριμένα. Πιστεύουν σε μια προσπάθεια μετάβασης σε μια κοινωνικά πιο δίκαιη και δημοκρατικά πιο ανοιχτή στους πολίτες Ευρώπηκαι αν ναι, με τι είδους μέτρα και με τι είδους συμμαχίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα γίνει δυνατόν να επιτευχθούν σταδιακά αυτοί οι δύο στόχοι; Μια πιο δημοκρατική Ευρώπη θα σήμαινε τη μείωση της εθνικής αυτονομίας και την ενδυνάμωση των ευρωπαϊκών κοινοβουλευτικών θεσμών; Ποια πρέπει να είναι η σχέση της εθνικής με την ευρωπαϊκή κουλτούρα; Θέλουμε ή όχι μια ομοσπονδιακή Ευρώπη, και αν ναι, τι συγκεκριμένη μορφή πρέπει να πάρει αυτού του είδους η πολιτική οργάνωση;

Σε ό,τι αφορά τώρα τη σχέση της Γηραιάς Ηπείρου με τον υπόλοιπο κόσμο, εδώ, το βασικό πρόβλημα είναι πώς θα μπορέσει η ΕΕ να γίνει ένας ισχυρός παίκτης στην παγκόσμια αρένα. Είναι προφανές ότι σήμερα, πιο πολύ από ποτέ, το ραγδαία εξελισσόμενο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα έχει άμεσες επιπτώσεις σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Μια μη πολιτικά ενοποιημένη, κατακερματισμένη Ευρώπη δεν μπορεί παρά να γίνει ένας παθητικός αποδέκτης πολιτικών που θα διαμορφώνονται από άλλες δυνάμεις (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα). Τι θέση έχουν τα κόμματα σε αυτό το θέμα; Πώς θα μπορέσει η Ευρώπη να πάψει να είναι απλώς μια αναποτελεσματικά ρυθμιζόμενη αγορά, πώς θα μπορέσει να προχωρήσει σε μια ουσιαστική πολιτική ενοποίηση; Αν η Μεγάλη Βρετανία και οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης εξακολουθήσουν να μποϊκοτάρουν την ευρωπαϊκή πολιτική ενοποίηση, τι μπορούν να κάνουν τα υπόλοιπα μέλη της ΕΕ; Πρέπει ή όχι να προχωρήσουμε σε μια Ευρώπη διαφορετικών ταχυτήτων; Πρέπει ή όχι η χώρα μας να παλέψει για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού πυρήνα, αποτελούμενου από κράτη-μέλη που απορρίπτουν τον ευρωατλαντισμό; Πρέπει να υπάρξει ένας ανεξάρτητος από το ΝΑΤΟ ευρωπαϊκός στρατός;

Εχουν γνώμη οι υποψήφιοι των κομμάτων, κυρίως της ΝΔ και του ΠαΣοΚ, πάνω σε αυτά τα θέματα; Και αν ναι, έχουν διαφωτίσει τους ψηφοφόρους για αυτά; Θα έλεγα πως αν έχουν συγκροτημένη γνώμη, οι περισσότεροι τη φυλάνε για τον εαυτό τους.

Συμπέρασμα: Οι ευρωεκλογές στη χώρα μας έχουν έναν έντονα κομματοκεντρικό και εθνοκεντρικό χαρακτήρα. Πρόκειται κυρίως για έναν προκριματικό αγώνα ή για μια «προπόνηση» που απλώς προετοιμάζει τα κόμματα για τον τελικό ποδοσφαιρικό αγώνα, αυτόν των βουλευτικών εκλογών.

Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στην LSΕ




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου